19 Οκτ 2011

Νόμος 341/2005 – Εκλογικός Νομός Επιμελητηρίων

Νόμοι Χωρίς Σχόλια.

ΝΟΜΟΣ 3419/2005 – ΦΕΚ 297/Α’/6.12.2005

Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ) και Εκσυγχρονισμός της Επιμελητηριακής Νομοθεσίας.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΓΕΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΜΗΤΡΩΟ

Αρθρο 1

Γενικό Εμπορικό Μητρώο Υπόχρεοι καταχώρησης

1. Καθιερώνεται Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.), στο οποίο εγγράφονται υποχρεωτικά τα κατωτέρω πρόσωπα και ενώσεις προσώπων (εφεξής «οι υπόχρεοι»).

α. Τα φυσικά πρόσωπα που είναι έμποροι και διαθέτουν επαγγελματική κατοικία ή εγκατάσταση ή ασκούν εμπορία μέσω κύριας ή δευτερεύουσας εγκατάστασης στην ημεδαπή.

β. Η ένωση προσώπων που ασκεί εμπορία μέσω κύριας ή δευτερεύουσας εγκατάστασης στην ημεδαπή και κάθε εμπορική εταιρία, εφόσον συστάθηκε κατά το ελληνικό δίκαιο, ήτοι η ομόρρυθμη και ετερόρρυθμη (απλή ή κατά μετοχές) εταιρεία, ο αστικός συνεταιρισμός, στον οποίο περιλαμβάνεται ο αλληλοασφαλιστικός και ο πιστωτικός συνεταιρισμός, η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και η ανώνυμη εταιρεία. Από την εγγραφή στο Γ.Ε.ΜΗ. εξαιρούνται οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί που προβλέπονται στο π.δ. 53/1987 (ΦΕΚ 52 Α’), οι Ναυτικές Εταιρείες που συνιστώνται κατά το ν. 959/1979 (ΦΕΚ 192 Α’) και οι Ναυτιλιακές Εταιρείες Πλοίων Αναψυχής που συνιστώνται κατά το ν. 3182/2003 (ΦΕΚ 220 Α’).

γ. Οι ευρωπαϊκοί όμιλοι οικονομικού σκοπού, που προβλέπονται από τον Κανονισμό 2137/1985/ΕΟΚ (EEEK L. 199, διορθωτικό L. 247) και έχουν την έδρα τους στην ημεδαπή.

δ. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες που προβλέπονται στον Κανονισμό 2157/2001/ΕΚ (EEEK L. 294) και έχουν την έδρα τους στην ημεδαπή.

ε. Οι ευρωπαϊκές συνεταιριστικές εταιρείες που προβλέπονται στον Κανονισμό 1435/2003/ΕΚ (EEEK L. 207) και έχουν την έδρα τους στην ημεδαπή.

στ. Οι υπόχρεοι που αναφέρονται στις προηγούμενες περιπτώσεις και έχουν την κύρια εγκατάσταση ή την έδρα τους στην ημεδαπή έχουν αυτοτελή υποχρέωση εγγραφής, ως προς τα υποκαταστήματα που διατηρούν στην ημεδαπή.

ζ. Οι αλλοδαπές εταιρείες που αναφέρονται στο άρθρο 1 της Οδηγίας 68/151/ΕΟΚ (EEEK L. 65), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 της Οδηγίας 2003/58/ΕΚ (EEEK L. 221) και έχουν έδρα σε κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), ως προς τα υποκαταστήματα ή πρακτορεία που διατηρούν στην ημεδαπή.

η. Οι αλλοδαπές εταιρείες που έχουν έδρα σε τρίτη χώρα και νομική μορφή ανάλογη με εκείνη των αλλοδαπών εταιριών που αναφέρεται στην περίπτωση ζ’, ως προς τα υποκαταστήματα ή πρακτορεία που διατηρούν στην ημεδαπή.

θ. Αλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων που έχουν την κύρια εγκατάσταση ή την έδρα τους στην αλλοδαπή και δεν εμπίπτουν στις περιπτώσεις ζ’ και η’, ως προς τα υποκαταστήματα ή πρακτορεία μέσω των οποίων ασκούν εμπορία στην ημεδαπή.

2. Στο ΓΕ.Μ.Η. εγγράφονται προαιρετικά:

α. οι κοινοπραξίες,

β. οι αστικές εταιρείες που προβλέπονται στο άρθρο 784 ΑΚ,

γ. τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων που ασκούν ή προτίθενται να ασκήσουν οικονομική ή επαγγελματική δραστηριότητα, χωρίς να έχουν καταστεί έμποροι από την άσκηση της δραστηριότητας αυτής.

3. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, μπορεί να προβλέπεται η εγγραφή στο ΓΕ.ΜΗ. φυσικών ή νομικών προσώπων ή ενώσεων προσώπων, πέραν αυτών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, μπορεί να αποφασισθεί η εγγραφή στο Γ.Ε.ΜΗ. των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (Α.Σ.Ο.) όλων των βαθμίδων τους, όπως προβλέπονται στις διατάξεις του ν. 2810/2000 (ΦΕΚ 61 Α’), μετά από αίτηση των Α.Σ.Ο. και γνώμη της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.. Με όμοια απόφαση ορίζονται η διαδικασία, οι τεχνικές λεπτομέρειες της εγγραφής, οι σχετικές προθεσμίες και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.

Αρθρο 2

Υπηρεσίες Γ.Ε.ΜΗ. και αρμοδιότητες αυτών

1.  Στην Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων (Κ.Ε.Ε.) που προβλέπεται στο άρθρο 5 του ν. 2081/1992 (ΦΕΚ154 Α’), συνιστάται Κεντρική Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ., η οποία είναι αρμόδια για:

α) την οργάνωση και εποπτεία της βάσης ή των βάσεων δεδομένων που συναπαρτίζουν το Γ.Ε.ΜΗ., σύμφωνα με το άρθρο 5,

β) την κανονική, διαρκή και ασφαλή λειτουργία του λειτουργικού συστήματος, του δικτύου και του εν γένει εξοπλισμού και λογισμικού που εξυπηρετούν τη βάση δεδομένων,

γ) τη διαπίστευση των νομιμοποιούμενων, προς καταχώρηση, προσώπων και τη διαρκή προσβασιμότητα της βάσης δεδομένων από νομιμοποιούμενα πρόσωπα,

δ) την άμεση και, κατά χρονική ακολουθία, λήψη και την αποθήκευση των δεδομένων που διαβιβάζονται και

ε) τη διασφάλιση της ακεραιότητας, της ορθότητας, της πληρότητας και της ασφάλειας των δεδομένων.

Στο μέτρο που πραγματοποιείται στο Γ.Ε.ΜΗ. επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η Κ.Ε.Ε. αποτελεί τον υπεύθυνο επεξεργασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α’).

2. Σε κάθε Επιμελητήριο συνιστάται ειδική υπηρεσία («Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ.») η οποία, με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων, είναι αρμόδια για:

α. την εξ αποστάσεως και με ηλεκτρονικά μέσα, αρχική καταχώρηση (εγγραφή) των υπόχρεων στο ΓΕ.ΜΗ. και κάθε μεταγενέστερη πρόσθετη καταχώρηση, μεταβολή ή διαγραφή υφιστάμενων καταχωρήσεων και

β. την παραλαβή, την πρωτοκόλληση και τον έλεγχο νομιμότητας των σχετικών αιτήσεων και των συνοδευτικών εγγράφων, καθώς και τον έλεγχο νομιμότητας των νομικών πράξεων, των δηλώσεων, των εγγράφων και των λοιπών στοιχείων που αφορούν τους υπόχρεους και δικαιολογούν την καταχώρηση, μεταβολή ή διαγραφή.

Η καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμοδιότητα του Επιμελητηρίου καθορίζεται με βάση την κύρια δραστηριότητα και την κύρια επαγγελματική κατοικία ή την εγκατάσταση του υπόχρεου, αντίστοιχα. Για τα υποκαταστήματα ή τα πρακτορεία, η καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμοδιότητα της υπηρεσίας Γ.Ε.ΜΗ., καθορίζεται από την κύρια δραστηριότητα και την έδρα του υποκαταστήματος ή του πρακτορείου, αντίστοιχα.

Κάθε υπόχρεος υπάγεται σε μία μόνο υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ..

3. Στη Γενική Διεύθυνση Εσωτερικού Εμπορίου της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης, συνιστάται αυτοτελές Τμήμα Γ.Ε.ΜΗ., ενιαίο για τις Διευθύνσεις Α.Ε. και Πίστεως και Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων και Αναλογιστικής. Οι Διευθύνσεις αυτές διαβιβάζουν στο Τμήμα Γ.Ε.ΜΗ. όλες τις πράξεις και τα στοιχεία που καταχωρίζονται στο ΓΕ.ΜΗ. και αφορούν τις ανώνυμες εταιρείες, τις ευρωπαϊκές εταιρείες, τις ευρωπαϊκές συνεταιριστικές εταιρείες και τα υποκαταστήματα τους στην ημεδαπή, για την εξ αποστάσεως και με ηλεκτρονικά μέσα αρχική καταχώρηση (εγγραφή) των ανωτέρω προσώπων στο Γ.Ε.ΜΗ., καθώς και κάθε μεταγενέστερη καταχώρηση, μεταβολή ή διαγραφή αυτών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 5.

4. Οι υπηρεσίες ΓΕ.ΜΗ. των Επιμελητηρίων και το Τμήμα Γ.Ε.ΜΗ. της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης («υπηρεσίες καταχώρησης στο Γ.Ε.ΜΗ.») έχουν την αποκλειστική αρμοδιότητα να προβαίνουν σε καταχωρήσεις στο ΓΕ.ΜΗ..

5. Στις υπηρεσίες Γ.Ε.ΜΗ. των Επιμελητηρίων μπορεί να συνιστάται, με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, μία (1) οργανική θέση επιστημονικού συνεργάτη αποκλειστικής απασχόλησης. Η ανωτέρω θέση πληρούται από δικηγόρο, με ειδίκευση στο εμπορικό δίκαιο που αποδεικνύεται από την κατοχή σχετικού διδακτορικού ή μεταπτυχιακού διπλώματος. Ο ανωτέρω επιστημονικός συνεργάτης επικουρεί τις υπηρεσίες καταχώρησης στο Γ.Ε.ΜΗ., όταν παρίσταται ανάγκη κατά την άσκηση του προληπτικού ελέγχου νομιμότητας των αιτήσεων εγγραφής, μεταβολής, διαγραφής και κάθε άλλης καταχώρησης στο Γ.Ε.ΜΗ.. Ο δικηγόρος, επιστημονικός συνεργάτης, προσλαμβάνεται με απόφαση του οικείου Επιμελητηρίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 1649/1986 (ΦΕΚ 149 Α’), όπως ισχύει κάθε φορά.
 

6. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται, μετά από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, ρυθμίζονται τα θέματα οργάνωσης, καθορίζονται ο αριθμός των οργανικών θέσεων κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα και ο τρόπος στελέχωσης, της Κεντρικής Υπηρεσίας ΓΕ.ΜΗ., των υπηρεσιών Γ.Ε.ΜΗ. και του Τμήματος ΓΕ.ΜΗ. και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.

7. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και του, κατά περίπτωση, αρμόδιου Υπουργού, μπορεί να αποφασισθεί η εξ αποστάσεως διασύνδεση του ΓΕ.ΜΗ. με άλλα ειδικά μητρώα και δημόσια αρχεία και να καθορισθούν οι ειδικότεροι όροι και οι προϋποθέσεις της διασύνδεσης, τηρουμένων των διατάξεων για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και του εμπορικού απορρήτου.

Αρθρο 3

Εποπτεία

1. Η Κεντρική Υπηρεσία ΓΕ.ΜΗ. εποπτεύεται από Κεντρικό Εποπτικό Συμβούλιο, που εδρεύει στην Αθήνα, το οποίο απαρτίζεται από ένα συνταξιούχο δικαστικό λειτουργό με βαθμό τουλάχιστον Εφέτη της πολιτικής ή διοικητικής δικαιοσύνης, ως πρόεδρο, ένα καθηγητή Νομικής Σχολής, με ειδίκευση στο Εμπορικό Δίκαιο, ένα καθηγητή A.E.I, με ειδίκευση σε θέματα πληροφορικής, οι οποίοι ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, με τους αναπληρωτές τους, τον Πρόεδρο της Κ.Ε.Ε., έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Ανάπτυξης, έναν εκπρόσωπο της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, έναν εκπρόσωπο της Ενωσης Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ελλάδος (Ε.Ν.Α.Ε.) και έναν εκπρόσωπο της Ομοσπονδίας Συλλόγων Υπαλλήλων Επιμελητηρίων, που ορίζονται από τους οικείους φορείς, με τους αναπληρωτές τους. Το Κεντρικό Εποπτικό Συμβούλιο συντονίζει το έργο των συμβουλίων που προβλέπονται στις επόμενες παραγράφους και μεριμνά για την ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού από όλα τα Επιμελητήρια της χώρας εκδίδοντας, προς τούτο, κανονισμούς, εγκυκλίους και αποφάσεις. Το Συμβούλιο αυτό συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης με θητεία πέντε (5) ετών.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, καθορίζονται οι αμοιβές των μελών του Κεντρικού Εποπτικού Συμβουλίου, μετά από σύμφωνη γνώμη της Κ.Ε.Ε., η δαπάνη των οποίων βαρύνει τον προϋπολογισμό της.

2. Οι υπηρεσίες Γ.Ε.ΜΗ. όλων των Επιμελητηρίων κάθε νομού υπόκεινται σε ενιαία εποπτεία, η οποία ασκείται από Περιφερειακό Εποπτικό Συμβούλιο. Το Συμβούλιο αυτό απαρτίζεται από έναν συνταξιούχο δικαστικό λειτουργό με βαθμό τουλάχιστον Προέδρου Πρωτοδικών, της πολιτικής ή διοικητικής δικαιοσύνης, ως Πρόεδρο, ο οποίος ορίζεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας, με τον αναπληρωτή του, από έναν εκπρόσωπο της Ε.Ν.Α.Ε., τον Πρόεδρο ή τους Προέδρους όλων των Επιμελητηρίων των νομών της οικείας Περιφέρειας, έναν υπάλληλο της οικείας Περιφέρειας με βαθμό Α’ και έναν εκπρόσωπο των Συλλόγων των Υπαλλήλων Επιμελητηρίων της Περιφέρειας, που ορίζονται από τους οικείους φορείς, με τους αναπληρωτές τους. Το Περιφερειακό Εποπτικό Συμβούλιο ασκεί έλεγχο νομιμότητας για την τήρηση και εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού, σε επίπεδο υπηρεσιών Γ.Ε.ΜΗ.. Το Συμβούλιο αυτό συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας με θητεία πέντε (5) ετών.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, καθορίζονται οι αμοιβές των μελών του Περιφερειακού Εποπτικού Συμβουλίου, μετά από γνώμη των οικείων Επιμελητηρίων των νομών της οικείας Περιφέρειας, η δαπάνη των οποίων βαρύνει τον προϋπολογισμό τους. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται το ποσοστό της δαπάνης που αναλογεί σε κάθε Επιμελητήριο για τις ανωτέρω αμοιβές.

Κάθε υπόχρεος ή τρίτος που έχει ειδικό έννομο συμφέρον, μπορεί να ασκήσει ένσταση ενώπιον του Περιφερειακού Εποπτικού Συμβουλίου κατά των αποφάσεων των υπηρεσιών ΓΕ.ΜΗ. των Επιμελητηρίων, για θέματα που αφορούν την εγγραφή, μεταβολή, διαγραφή ή άλλη καταχώρηση στο Γ.Ε.ΜΗ.. Η ένσταση ασκείται εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την επίδοση της σχετικής απόφασης ή την πλήρη γνώση του περιεχομένου της.

Κάθε υπόχρεος ή τρίτος που έχει ειδικό έννομο συμφέρον μπορεί να ασκήσει ένσταση κατά των αποφάσεων του Τμήματος Γ.Ε.ΜΗ., ενώπιον του Κεντρικού Εποπτικού Συμβουλίου, για θέματα που αφορούν την εγγραφή, μεταβολή, διαγραφή ή άλλη καταχώρηση στο Γ.Ε.ΜΗ., σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο προηγούμενο εδάφιο.

3. Στο Κεντρικό Εποπτικό Συμβούλιο και στα Περιφερειακά Εποπτικά Συμβούλια παρέχεται διοικητική υποστήριξη από την Κ.Ε.Ε. και το μεγαλύτερο, σε αριθμό μελών, Επιμελητήριο του νομού της έδρας της Περιφέρειας, αντίστοιχα.

4. Το Κεντρικό Εποπτικό Συμβούλιο καταρτίζει τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας αυτού και του Περιφερειακού Εποπτικού Συμβουλίου, ο οποίος εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αρθρο 4

Αρμοδιότητα άλλων υπηρεσιών

1. Οι διατάξεις του νόμου αυτού δεν θίγουν την αρμοδιότητα των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης και των υπηρεσιών των οικείων Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων (Ν.Α.), για την έκδοση διοικητικών πράξεων και την άσκηση εποπτείας και ελέγχου νομιμότητας των καταχωρητέων πράξεων και στοιχείων, σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, οι οποίες αφορούν τις ανώνυμες εταιρείες, τις ευρωπαϊκές εταιρείες, τις ευρωπαϊκές συνεταιριστικές εταιρείες και τα υποκαταστήματα αλλοδαπών εταιρειών που υπάγονται στην αρμοδιότητα τους, καθώς και τις αρμοδιότητες των Ειρηνοδικείων σχετικά με τους συνεταιρισμούς που υπάγονται σε αυτά.

Οι διοικητικές πράξεις των αρμόδιων υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης και των οικείων Ν.Α., καθώς και οι αποφάσεις των Ειρηνοδικείων, αποτελούν αναγκαία προϋπόθεση για την εγγραφή στο ΓΕ.ΜΗ. και κάθε περαιτέρω καταχώρηση, μεταβολή ή διαγραφή των υπόχρεων που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην κείμενη νομοθεσία.

2. Οι υπηρεσίες Γ.Ε.ΜΗ. παράγουν με ευθύνη τους και χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, ψηφιακά αντίγραφα των αιτήσεων καταχώρησης, των συνοδευτικών εγγράφων και δικαιολογητικών και κάθε άλλου στοιχείου που υποβάλλεται σε αυτές, εφόσον αυτά δεν έχουν ήδη υποβληθεί σε ηλεκτρονική μορφή και τα διαβιβάζουν, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση και με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες υπηρεσίες των Ν.Α.. Η ανωτέρω υποχρέωση των υπηρεσιών του ΓΕ.ΜΗ. αναφέρεται και στις οικονομικές και λογιστικές καταστάσεις των ανωνύμων εταιρειών, των ευρωπαϊκών εταιρειών και των ευρωπαϊκών συνεταιριστικών εταιρειών, για τις οποίες υπάρχει υποχρέωση δημοσίευσης σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

Ευθύς ως οι αρμόδιες υπηρεσίες των Ν.Α. ασκήσουν την αρμοδιότητα τους κατά την παράγραφο 1, κοινοποιούν αυθημερόν, με ηλεκτρονικά μέσα, τις διοικητικές πράξεις που εκδίδουν, στην αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ..

3. Οι υπηρεσίες του Υπουργείου Ανάπτυξης και των Ν.Α., που είναι αρμόδιες για τις ανώνυμες εταιρείες, τις ευρωπαϊκές εταιρείες, τις ευρωπαϊκές συνεταιριστικές εταιρείες και τα υποκαταστήματα αλλοδαπών εταιρειών, κοινοποιούν αυθημερόν, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες υπηρεσίες καταχώρησης στο Γ.Ε.ΜΗ. τις διοικητικές πράξεις που αφορούν συγκεκριμένο υπόχρεο που υπάγεται σε αυτές και επηρεάζουν τις καταχωρήσεις στο Γ.Ε.ΜΗ., όπως τις αποφάσεις διαγραφής ή ανάκλησης της άδειας σύστασης εταιρείας ή υποκαταστήματος.

4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Ανάπτυξης, ρυθμίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία της σύμπραξης και συνεργασίας του Τμήματος ΓΕ.ΜΗ. και των υπηρεσιών Γ.Ε.ΜΗ. με τις αρμόδιες υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης και των Ν.Α., αντίστοιχα, σε ζητήματα διαβίβασης και ανταλλαγής στοιχείων και δεδομένων που αφορούν τους υπόχρεους.

5. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου δεν θίγουν την αρμοδιότητα των Επιμελητηρίων να τηρούν για τα μέλη τους μητρώα ανεξάρτητα από το ΓΕ.ΜΗ., καθώς και αρχεία ασφαλείας παράλληλα προς το Γ.Ε.ΜΗ..

Αρθρο 5

Διάρθρωση του Γ.Ε.ΜΗ.

1. Το Γ.Ε.ΜΗ. απαρτίζεται από το Γενικό Ευρετήριο Επωνυμιών, τη Μερίδα και το Φάκελο.

2. Το Γενικό Ευρετήριο Επωνυμιών και η Μερίδα τηρούνται ηλεκτρονικά ως αρχεία μίας ή περισσοτέρων βάσεων δεδομένων, προσβάσιμων εξ αποστάσεως με ηλεκτρονικά μέσα, οι οποίες εξυπηρετούνται από ειδικό λειτουργικό σύστημα που εγκαθίσταται στην Κεντρική Υπηρεσία ΓΕ.ΜΗ..

3. Στο Γενικό Ευρετήριο Επωνυμιών καταχωρίζονται, κατά αλφαβητική σειρά, οι εμπορικές ή οι εταιρικές επωνυμίες των υπόχρεων ή, σε περίπτωση που ο εγγραφόμενος δεν έχει εμπορική ιδιότητα, το ονοματεπώνυμο του, καθώς και οι διακριτικοί τίτλοι της εκάστοτε επιχείρησης ή καταστήματος του, εφόσον διαφέρουν, κατά τρόπο ευδιάκριτο από τις ήδη καταχωρισμένες επωνυμίες ή τους διακριτικούς τίτλους άλλων υπόχρεων που υπάγονται σε Επιμελητήριο του ίδιου νομού.

4. Στη Μερίδα καταχωρίζονται, κατά χρονική ακολουθία, περιληπτικές αναφορές των νομικών πράξεων, των δηλώσεων και των εγγράφων του Φακέλου που αφορούν τον υπόχρεο.
 

5. Στο Φάκελο αρχειοθετούνται και φυλάσσονται οι αιτήσεις, τα δικαιολογητικά έγγραφα που αποδεικνύουν τη νομιμοποίηση του αιτούντος και του διαβιβάζοντας την αίτηση («νομιμοποιητικά έγγραφα»), τα δικαιολογητικά κάθε καταχώρησης στο Γενικό Ευρετήριο Επωνυμιών και στη Μερίδα («συνοδευτικά έγγραφα») και γενικά όλα τα έγγραφα για τα οποία υπάρχει υποχρέωση εμπορικής δημοσιότητας σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία («δημοσιευτέα έγγραφα»).

6. Η αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. και το Τμήμα Γ.Ε.ΜΗ. τηρούν τους Φακέλους των υπόχρεων που υπάγονται στις υπηρεσίες αυτές. Ως προς τις αιτήσεις καταχώρησης και τα δημοσιευτέα έγγραφα που αφορούν εμπορικές εταιρείες, ενώσεις προσώπων και υποκαταστήματα που αναφέρονται στις περιπτώσεις ζ’, η’ και θ’ της πρώτης παραγράφου του άρθρου 1, ο Φάκελος τηρείται υποχρεωτικά και σε ηλεκτρονική μορφή. Στις περιπτώσεις αυτές, ο Φάκελος τηρείται ως αρχείο μίας ή περισσοτέρων βάσεων δεδομένων, προσβάσιμων εξ αποστάσεως με ηλεκτρονικά μέσα, οι οποίες λειτουργούν υπό την εποπτεία της Κεντρικής Υπηρεσίας Γ.Ε.ΜΗ., σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 2. Αν ο Φάκελος τηρείται σε ηλεκτρονική μορφή, η πρόσβαση στα έγγραφα αυτού γίνεται με ηλεκτρονικά μέσα, μέσω της Μερίδας.

7. Η εγγραφή στο ΓΕ.ΜΗ. ολοκληρώνεται με την αρχική καταχώρηση στο Γενικό Ευρετήριο Επωνυμιών, στη Μερίδα και στο Φάκελο, εφόσον ο Φάκελος τηρείται σε ηλεκτρονική μορφή. Κάθε μεταγενέστερη μεταβολή ολοκληρώνεται με την καταχώρηση της σχετικής πράξης στη Μερίδα και στο Φάκελο, εφόσον ο Φάκελος τηρείται σε ηλεκτρονική μορφή. Αν μεταβάλλεται το αστικό όνομα ή η επωνυμία, απαιτείται επιπλέον καταχώρηση και στο Γενικό Ευρετήριο Επωνυμιών. Αν ο Φάκελος δεν τηρείται σε ηλεκτρονική μορφή, η αρχειοθέτηση σε αυτόν των νομιμοποιητικών και λοιπών εγγράφων δεν αποτελεί προϋπόθεση για την καταχώρηση στο Γ.Ε.ΜΗ.. Στην περίπτωση αυτή, ο αρμόδιος υπάλληλος της υπηρεσίας ΓΕ.ΜΗ. υποχρεούται να αρχειοθετήσει στο Φάκελο τα πρωτότυπα έγγραφα ή επικυρωμένα αντίγραφα των νομιμοποιητικών και λοιπών εγγράφων, ευθύς ως ολοκληρωθεί η καταχώρηση στο Γ.Ε.ΜΗ..

Με την αρχική καταχώρηση του υπόχρεου στο Γ.Ε.ΜΗ., η Κεντρική Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. χορηγεί αυτομάτως σε αυτόν τον Αριθμό ΓΕ.ΜΗ.. Ο Αριθμός Γ.Ε.ΜΗ. χορηγείται κατά χρονολογική σειρά, είναι μοναδικός για κάθε υπόχρεο και παραμένει ο ίδιος και μετά το μετασχηματισμό ή τη διαγραφή του υπόχρεου από το Γ.Ε.ΜΗ.. Τα υποκαταστήματα και τα πρακτορεία λαμβάνουν ιδιαίτερο αριθμό ΓΕ.ΜΗ.. Ο αριθμός Γ.Ε.ΜΗ. των υποκαταστημάτων που αναφέρονται στην περίπτωση στ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 1, εμπεριέχει και τον αριθμό ΓΕ.ΜΗ. του υπόχρεου που διατηρεί το υποκατάστημα.

Η καταχώρηση, αρχική ή μεταγενέστερη, θεωρείται ότι συντελέσθηκε με την αποθήκευση των δεδομένων που διαβιβάσθηκαν στις αντίστοιχες βάσεις της Κεντρικής Υπηρεσίας Γ.Ε.ΜΗ. με τρόπο, ώστε τα δεδομένα αυτά να μπορούν, εφεξής, να ανακαλούνται αναλλοίωτα από την κεντρική μνήμη του ΓΕ.ΜΗ. και να αναγιγνώσκονται με τεχνικά μέσα. Μόλις συντελεστεί η καταχώρηση κατά το προηγούμενο εδάφιο, η Κεντρική Υπηρεσία ΓΕ.ΜΗ. αποστέλλει αυτομάτως και με ηλεκτρονικά μέσα στην αρμόδια υπηρεσία καταχώρησης στο Γ.Ε.ΜΗ., αποδεικτικό καταχώρησης, στο οποίο αναγράφεται η ακριβής ημερομηνία και ώρα καταχώρησης της σχετικής πράξης και ένας, μοναδικός, για κάθε καταχώρηση, κωδικός αριθμός («Κωδικός Αριθμός Καταχώρησης»). Κάθε καταχώρηση στο Γ.Ε.ΜΗ. συσχετίζεται με τον Κωδικό Αριθμό Καταχώρησης και αναγράφει τον ακριβή χρόνο διενέργειας της, την αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. και τον υπάλληλο που διενήργησε αυτήν. Ο υπάλληλος αυτός ευθύνεται για τον έλεγχο της προσβασιμότητας, της ορθότητας και της πληρότητας της καταχώρησης, με βάση τη σχετική αίτηση ή τα στοιχεία που δικαιολογούν την αυτεπάγγελτη καταχώρηση ή κάθε μεταγενέστερη πράξη αυτής. Μετά την καταχώρηση, η διόρθωση λαθών είναι επιτρεπτή μόνο με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 9.

8.  Η Μερίδα και ο Φάκελος τηρούνται με βάση τον Αριθμό Γ.Ε.ΜΗ.. Το Γενικό Ευρετήριο Επωνυμιών τηρείται με βάση την επωνυμία και τον αριθμό ΓΕ.ΜΗ. του υπόχρεου. Ο αριθμός Γ.Ε.ΜΗ. αναγράφεται υποχρεωτικά:

α) σε κάθε έγγραφο που υποβάλλεται προς καταχώρηση στο Γ.Ε.ΜΗ.,

β) σε κάθε έγγραφο που εκδίδουν οι υπηρεσίες ΓΕ.ΜΗ. και

γ) σε κάθε έντυπο που αφορά τον υπόχρεο.

9. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν την τήρηση, την οργάνωση, τις τεχνικές προδιαγραφές, την τεχνική διαχείριση και εν γένει λειτουργία και δημοσιότητα του ΓΕ.ΜΗ. και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Με όμοια απόφαση καθορίζεται η διαδικασία που ακολουθείται σε περίπτωση παρατεταμένης αδυναμίας πρόσβασης στο ΓΕ.ΜΗ. ή παρατεταμένης αδυναμίας αποθήκευσης δεδομένων σε αυτό, για τεχνικούς λόγους.

10. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν τη διασύνδεση του Γ.Ε.ΜΗ. με άλλα δημόσια Μητρώα και την πρόσβαση σε αυτό δημόσιων υπηρεσιών και φορέων. Με όμοια απόφαση ρυθμίζεται η συνεργασία των υπηρεσιών Γ.Ε.ΜΗ. και του Τμήματος Γ.Ε.ΜΗ. με άλλες υπηρεσίες, αρχές και φορείς για τη συλλογή, την κοινοποίηση, τον έλεγχο και το συσχετισμό στοιχείων, γεγονότων, ανακοινώσεων και εγγράφων που αφορούν τους υπόχρεους.
 

Αρθρο 6

Καταχωρήσεις στη Μερίδα

1. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών, καθορίζονται τα ελάχιστα απαιτούμενα στοιχεία που καταχωρίζονται στη Μερίδα και αφορούν την εγγραφή στο ΓΕ.ΜΗ.:

α) των φυσικών προσώπων,

β) των εμπορικών εταιρειών και ενώσεων προσώπων,

γ) των υποκαταστημάτων που αναφέρονται στην περίπτωση στ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 1,

δ) των υποκαταστημάτων και πρακτορείων που αναφέρονται στις περιπτώσεις ζ’ και η’ της παραγράφου 1 του άρθρου 1,

ε) των υποκαταστημάτων και πρακτορείων που αναφέρονται στην περίπτωση θ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 1.

2. Στη Μερίδα καταχωρίζονται, σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από το πρόσωπο του υπόχρεου τα ακόλουθα στοιχεία:

α. Ο Αριθμός του Γ.Ε.ΜΗ. του υπόχρεου, του υποκαταστήματος ή του πρακτορείου.

β. Η υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. ή το Τμήμα Γ.Ε.ΜΗ. που διενήργησε την εγγραφή ή τη μεταγενέστερη καταχώρηση και το ονοματεπώνυμο του αρμόδιου υπαλλήλου.

γ. Ο αριθμός πρωτοκόλλου της αίτησης εγγραφής και ο Κωδικός Αριθμός Καταχώρησης.

δ. Τα στοιχεία της απόφασης των αρμόδιων αρχών ή υπηρεσιών οι οποίες χορηγούν άδεια άσκησης επιτηδεύματος ή επαγγέλματος ή άδεια ίδρυσης και λειτουργίας επιχείρησης ή υποκαταστήματος εφόσον, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, προαπαιτείται η άδεια αυτή για τη σύσταση εταιρείας ή την έναρξη εργασιών επιτηδευματία.

ε. Οι δικαστικές αποφάσεις με τις οποίες ο υπόχρεος κηρύσσεται σε κατάσταση πτώχευσης ή τίθεται σε προσωρινή ή οριστική αναγκαστική διαχείριση, σε επιτροπεία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 45 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ101 Α’), σε ειδική εκκαθάριση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46α του ίδιου νόμου, σε διαδικασίες αφερεγγυότητας, σύμφωνα με την πρώτη παράγραφο του άρθρου 3 του Κανονισμού 1346/2000/ΕΚ (EEEK L. 160) και κάθε άλλη διαδικασία εξυγίανσης του υπόχρεου ή συλλογικής ικανοποίησης των πιστωτών του. Επίσης, στη Μερίδα καταχωρίζονται το ονοματεπώνυμο, το ονοματεπώνυμο γονέων, ο αριθμός δελτίου αστυνομικής ταυτότητας ή διαβατηρίου, ο τόπος και ο χρόνος γέννησης, η ιθαγένεια και η διεύθυνση κατοικίας των εκκαθαριστών, των αναγκαστικών διαχειριστών, των επιτρόπων και των συνδίκων του υπόχρεου.

στ. Τα στοιχεία των δικαστικών αποφάσεων με τις οποίες περατώνονται, αναστέλλονται ή ανατρέπονται οι έννομες καταστάσεις, που αναφέρονται στην προηγούμενη περίπτωση.

ζ. Τα στοιχεία των δικαστικών αποφάσεων που επικυρώνουν τις συμφωνίες οι οποίες προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 44 του ν. 1892/1990.

η. Τα στοιχεία των εκκρεμών αιτήσεων πτώχευσης, αναγκαστικής διαχείρισης ή εκκαθάρισης και διορισμού επιτρόπου, τα στοιχεία των δηλώσεων αναστολής πληρωμών και τα στοιχεία της συμφωνίας που καταρτίζεται σύμφωνα με το άρθρο 44 του ν. 1892/1990.

θ. Ο αριθμός των υποκαταστημάτων ή πρακτορείων του υπόχρεου στην ημεδαπή, καθώς και η διεύθυνση και ο αριθμός Γ.Ε.ΜΗ. που αφορά το καθένα από αυτά.

ι. Ο αριθμός, η διεύθυνση και τα στοιχεία των υποκαταστημάτων ή πρακτορείων του υπόχρεου στην αλλοδαπή.

3. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με την τήρηση της Μερίδας, του Φακέλου και του Γενικού Ευρετηρίου Επωνυμιών.

Αρθρο 7

Διαδικασία καταχώρησης

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 11, η εγγραφή και κάθε περαιτέρω καταχώρηση στο ΓΕ.ΜΗ. πραγματοποιείται, ύστερα από αίτηση που υποβάλλεται στις υπηρεσίες ΓΕ.ΜΗ. από τον υπόχρεο ή οποιονδήποτε έχει ειδικό έννομο συμφέρον. Ειδικότερα, οι αιτήσεις καταχώρησης, που αφορούν τους υπόχρεους οι οποίοι αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 2, υποβάλλονται απευθείας στη Διεύθυνση της Γενικής Διεύθυνσης Εσωτερικού Εμπορίου της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης, που είναι αρμόδια για τον συγκεκριμένο υπόχρεο.

2. Η αίτηση καταχώρησης αναφέρει τα στοιχεία που καταχωρίζονται στη Μερίδα, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο και συνοδεύεται, υποχρεωτικά, από τα δικαιολογητικά, τα συνοδευτικά και τα λοιπά έγγραφα, όπως αυτά ορίζονται στην παράγραφο 5 του άρθρου 5. Η προσκόμιση των ανωτέρω εγγράφων δεν απαιτείται, όταν αυτά περιλαμβάνονται ήδη στο Φάκελο του υπόχρεου, ως πρωτότυπα ή επικυρωμένα αντίγραφα.

3. Η αίτηση του υπόχρεου και τα έγγραφα που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο υποβάλλονται κατ’ επιλογή του αιτούντος, σε έντυπη ή σε ψηφιακή μορφή. Στην τελευταία περίπτωση, η αίτηση, τα δικαιολογητικά και συνοδευτικά έγγραφα αυτής υποβάλλονται με ηλεκτρονικά μέσα και με χρήση ψηφιακής υπογραφής του εκδότη κάθε εγγράφου, η οποία πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στις παραγράφους 2 και 1 των άρθρων 2 και 3, αντίστοιχα, του π.δ. 150/2001 (ΦΕΚ 125 Α’).

4. Η αρμόδια υπηρεσία ΓΕ.ΜΗ. του Επιμελητηρίου, με την παραλαβή της αίτησης, των δικαιολογητικών και των συνοδευτικών εγγράφων, προβαίνει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση στην πρωτοκόλληση της αίτησης και ελέγχει τα δικαιολογητικά και συνοδευτικά έγγραφα ως προς την πληρότητα, την ακρίβεια, τη σαφήνεια και τη νομιμότητα τους. Ο έλεγχος, που διενεργείται κατά το προηγούμενο εδάφιο, περιλαμβάνει και την καταβολή κάθε τέλους που προβλέπεται από το άρθρο 8 και κάθε φόρου ή εισφοράς που προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία, ως προϋπόθεση για την καταχώρηση του υπόχρεου στο ΓΕ.ΜΗ.. Εφόσον από τον έλεγχο δεν προκύψει κώλυμα καταχώρησης, η αρμόδια υπηρεσία ΓΕ.ΜΗ. προβαίνει στις καταχωρήσεις, που ορίζονται από τις διατάξεις του άρθρου 5, το αργότερο μέχρι τη δεύτερη εργάσιμη ημέρα από την ημέρα παραλαβής της αίτησης ή από την ημέρα κατά την οποία οι αρμόδιες υπηρεσίες που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 4 κοινοποιήσουν στην προαναφερόμενη υπηρεσία τις πράξεις τους.

Το Τμήμα ΓΕ.ΜΗ., με την παραλαβή της απόφασης καταχώρησης από την αρμόδια για τον υπόχρεο διεύθυνση κατά την παράγραφο 1, προβαίνει αυθημερόν και χωρίς ουσιαστικό έλεγχο στις καταχωρήσεις που ορίζονται από τις διατάξεις του άρθρου 5.

5. Οι υπηρεσίες καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ., σε περίπτωση που η αίτηση, τα προσκομισθέντα έγγραφα και τα λοιπά δικαιολογητικά δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του νόμου και δεν είναι ακριβή και πλήρη, προσκαλούν τον υπόχρεο είτε εγγράφως είτε μέσω τηλεομοιοτυπίας ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, να προβεί στις αναγκαίες διευκρινίσεις, διορθώσεις ή συμπληρώσεις της αίτησης, των δικαιολογητικών και των συνοδευτικών εγγράφων, εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από τη λήψη της σχετικής πρόσκλησης. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί μέχρι ένα (1) μήνα, εφόσον αυτό επιβάλλεται από τις συνθήκες και το είδος των στοιχείων που καταχωρίζονται. Η χορήγηση της ανωτέρω προθεσμίας παρατείνει κάθε νόμιμη προθεσμία προς καταχώρηση στοιχείων στο ΓΕ.ΜΗ.. Αν η προθεσμία των πέντε (5) ημερών ή η προθεσμία που παρατείνεται παρέλθουν άπρακτες ή ο υπόχρεος υποβάλει τα στοιχεία, πλην όμως αυτά κριθούν ότι δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του νόμου και δεν είναι ακριβή και πλήρη, η αίτηση καταχώρησης απορρίπτεται με αιτιολογημένη απόφαση των υπηρεσιών καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ. και καταπίπτουν, υπέρ αυτών, τα σχετικά τέλη καταχώρησης και η επιμελητηριακή συνδρομή.

6. Οι υπηρεσίες καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ. οφείλουν να συμμορφώνονται με διοικητικές πράξεις και εκτελεστές αποφάσεις και διατάξεις των δικαστηρίων ή των δικαστικών λειτουργών που αφορούν την υποβολή αίτησης καταχώρησης, έννομες καταστάσεις και σχέσεις του υπόχρεου οι οποίες υπόκεινται σε καταχώρηση ή επηρεάζουν τα καταχωρητέα στοιχεία. Αν εκκρεμεί δίκη σχετική με έννομες καταστάσεις και σχέσεις του υπόχρεου, που επηρεάζουν τα καταχωρητέα στοιχεία, η αρμόδια υπηρεσία καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ. μπορεί, αυτεπαγγέλτως, μετά από στάθμιση των εκατέρωθεν συμφερόντων, να αναστείλει την καταχώρηση μέχρι την έκδοση οριστικής ή τελεσίδικης απόφασης.

7. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης ορίζονται η προθεσμία και το σημείο έναρξης αυτής, για την υποβολή αιτήσεων καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ. με τα νομιμοποιητικά και τα συνοδευτικά τους έγγραφα και δικαιολογητικά και κάθε σχετική λεπτομέρεια.

Αρθρο 8

Λοιπές προϋποθέσεις καταχώρησης

Η καταχώρηση και οποιαδήποτε μεταβολή αυτής στο ΓΕ.ΜΗ. προϋποθέτει την προηγούμενη καταβολή από τον υπόχρεο, σχετικού τέλους στην αρμόδια υπηρεσία καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ.. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, μετά από πρόταση της Κ.Ε.Ε., καθορίζεται το ύψος του τέλους καταχώρησης, που είναι ενιαίο για όλες τις υπηρεσίες καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ.. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται και η διαδικασία είσπραξης και απόδοσης του τέλους καταχώρησης, τα παραστατικά της καταβολής, η διαδικασία ελέγχου τους και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια. Τα ανωτέρω τέλη αποτελούν έσοδο της οικείας υπηρεσίας καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ..

Αρθρο 9

Διόρθωση – Μεταβολή των καταχωρήσεων

1. Κάθε καταχώρηση στο ΓΕ.ΜΗ. υπόκειται σε διόρθωση, εφόσον είναι εσφαλμένη και σε μεταβολή, εφόσον τα νομικά γεγονότα, οι δηλώσεις, τα έγγραφα και τα λοιπά στοιχεία που έχουν καταχωρισθεί ή δικαιολογούν τις καταχωρήσεις έχουν μεταβληθεί.

2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 11, η διόρθωση και η μεταβολή, κατά την προηγούμενη παράγραφο, πραγματοποιούνται, μετά από αίτηση του υπόχρεου, η οποία υποβάλλεται στις υπηρεσίες καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ. από τον υπόχρεο, τους καθολικούς διαδόχους του ή οποιονδήποτε τρίτο που δικαιολογεί ειδικό έννομο συμφέρον. Οι αιτήσεις διόρθωσης και μεταβολής που αφορούν στους υπόχρεους, οι οποίοι αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 2, υποβάλλονται στη Διεύθυνση της Γενικής Διεύθυνσης Εσωτερικού Εμπορίου της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης που είναι αρμόδια για τον υπόχρεο.

3. Κάθε διόρθωση και μεταβολή των καταχωρήσεων στο ΓΕ.ΜΗ. πραγματοποιείται μετά από έλεγχο νομιμότητας της αίτησης, σύμφωνα με τα στοιχεία της επελθούσας διόρθωσης ή μεταβολής και αναφέρει τον ακριβή χρόνο αυτής, την αρμόδια υπηρεσία καταχώρησης και τον υπάλληλο που την πραγματοποίησε.

4. Αν επέλθει μεταβολή στο κύριο αντικείμενο της επιχείρησης, στην κατοικία, στην έδρα ή στην εγκατάσταση του υπόχρεου, με συνέπεια τη μεταβολή της καθ’ ύλην ή κατά τόπο αρμοδιότητας της υπηρεσίας καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ., η αρχικά αρμόδια υπηρεσία καταχωρίζει την επελθούσα μεταβολή στο ΓΕ.ΜΗ. και αποστέλλει, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, στην υπηρεσία που καθίσταται αρμόδια, το Φάκελο του υπόχρεου, εφόσον αυτός δεν τηρείται ηλεκτρονικά.

5. Αν ανώνυμη εταιρεία, ευρωπαϊκή εταιρεία, ευρωπαϊκή συνεταιριστική εταιρεία και τα υποκαταστήματα αυτών μεταφερθούν από την αρμοδιότητα των υπηρεσιών ΓΕ.ΜΗ. στην αρμοδιότητα του Τμήματος ΓΕ.ΜΗ. ή αντιστρόφως, οι αναγκαίες καταχωρήσεις στο ΓΕ.ΜΗ. πραγματοποιούνται από το Τμήμα ΓΕ.ΜΗ..

Αρθρο 10

Διαγραφή

1. Οι υπόχρεοι διαγράφονται από το ΓΕ.ΜΗ. στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α. Με την απώλεια της εμπορικής ιδιότητας τους, εφόσον η εγγραφή στο ΓΕ.ΜΗ. πραγματοποιήθηκε με βάση την ιδιότητα αυτή. Η διαγραφή διενεργείται κατόπιν υποβολής στην αρμόδια υπηρεσία του ΓΕ.ΜΗ. δήλωσης του ν. 1599/1986 (ΦΕΚ 75 Α’) είτε από τον υπόχρεο είτε από όποιον έχει ειδικό έννομο συμφέρον. Ο υποβάλλων τη δήλωση φέρει το βάρος απόδειξης της απώλειας της εμπορικής ιδιότητας του υπόχρεου.

β. Μετά από αίτηση τους, όταν πρόκειται για πρόσωπα από τα αναφερόμενα στην περίπτωση γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 1. Η αίτηση υποβάλλεται οποτεδήποτε, εφόσον ο υπόχρεος δεν έχει αποκτήσει την εμπορική ιδιότητα. Στην περίπτωση αυτή, οι συνέπειες της εγγραφής τους παύουν δύο (2) μήνες μετά τη διαγραφή.

γ. Με το θάνατο τους ή την κήρυξη τους σε αφάνεια. Με την επιφύλαξη του άρθρου 11, η διαγραφή διενεργείται με την προσκόμιση, από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον, της ληξιαρχικής πράξης θανάτου ή της τελεσίδικης απόφασης κήρυξης σε αφάνεια, η οποία συνοδεύεται από πιστοποιητικό δημοσίευσης της κατά το άρθρο 47 Α.Κ.. Αν οι κληρονόμοι του υπόχρεου συνεχίσουν την εμπορική δραστηριότητα του θανόντος, καθένας από αυτούς υποχρεούται, αυτοτελώς, να εγγραφεί στο ΓΕ.ΜΗ. από το χρόνο αποδοχής, εκ μέρους του, της κληρονομιάς ή την πάροδο της προθεσμίας για αποποίηση της.

Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη χορήγηση Αριθμού ΓΕ.ΜΗ. στους κληρονόμους και για τη μεταβολή του Αριθμού ΓΕ.ΜΗ. των υποκαταστημάτων του κληρονομουμένου.

δ. Με την κήρυξη του υπόχρεου φυσικού προσώπου σε στερητική δικαστική συμπαράσταση, που το καθιστά ανίκανο για την άσκηση εμπορίας. Η διαγραφή διενεργείται με την προσκόμιση από τον δικαστικό συμπαραστάτη δικαστικής απόφασης με την οποία ο υπόχρεος υποβάλλεται σε δικαστική συμπαράσταση και διορίζεται δικαστικός συμπαραστάτης. Ο δικαστικός συμπαραστάτης υποχρεούται, με ποινή έκπτωσης από το λειτούργημα του, να υποβάλει αίτηση διαγραφής, αν το δικαστήριο δεν του χορήγησε άδεια συνέχισης της εμπορίας.

ε. Με την περάτωση της εκκαθάρισης, αν λυθεί το υπόχρεο νομικό πρόσωπο ή η ένωση προσώπων. Η διαγραφή στην περίπτωση αυτή διενεργείται ύστερα από αίτηση του εκκαθαριστή ή των εκκαθαριστών, ενός από τους εταίρους ή τα μέλη της ένωσης ή οποιουδήποτε τρίτου έχει ειδικό έννομο συμφέρον. Ειδικά, οι ανώνυμες εταιρίες διαγράφονται από το ΓΕ.ΜΗ. και στις περιπτώσεις που προβλέπεται διαγραφή, σύμφωνα με την περίπτωση ιγ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 7α του κ.ν. 2190/1920, μετά από αίτηση της υπόχρεης εταιρείας.

2. Οι καταχωρήσεις στο ΓΕ.ΜΗ. διαγράφονται, εφόσον ήταν από την αρχή ή κατέστησαν μεταγενέστερα παράνομες, αναληθείς ή ανακριβείς. Η διαγραφή διενεργείται μετά από αίτηση που υποβάλλεται από τον υπόχρεο ή τρίτο που έχει ειδικό έννομο συμφέρον, στην αρμόδια υπηρεσία καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ..

3. Στην πράξη διαγραφής κάθε καταχώρησης αναγράφονται η ημερομηνία και ο υπάλληλος που τη διενήργησε.

4. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης μπορεί να καθορίζονται και άλλες περιπτώσεις διαγραφής καταχωρήσεων από το ΓΕ.ΜΗ., πέραν αυτών που προβλέπονται από τις διατάξεις του νόμου αυτού.

Αρθρο 11

Αυτεπάγγελτες καταχωρήσεις, διορθώσεις, μεταβολές και διαγραφές

1. Αν υπόχρεος ή τρίτος που έχει ειδικό έννομο συμφέρον, παραλείψουν να υποβάλουν αίτηση καταχώρησης, η αρμόδια υπηρεσία καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ. προβαίνει αυτεπάγγελτα, μετά από έλεγχο, στην αναγκαία καταχώρηση, εφόσον διαπιστώνει με βεβαιότητα την ύπαρξη συγκεκριμένων νομικών πράξεων, εγγράφων και δηλώσεων που αφορούν τον υπόχρεο, για τα οποία απαιτείται καταχώρηση στο ΓΕ.ΜΗ.. Για την ανωτέρω καταχώρηση, οι υπηρεσίες καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ. λαμβάνουν υπόψη, ιδίως, τις δικαστικές αποφάσεις που αναγνωρίζουν την εμπορική ιδιότητα προσώπου, προκειμένου να διαπιστώσουν αν αυτό κατατάσσεται μεταξύ των υπόχρεων.

2. Αν ο υπόχρεος ή τρίτος που έχει ειδικό έννομο συμφέρον παραλείψουν να υποβάλουν αίτηση μεταβολής ή διαγραφής από το ΓΕ.ΜΗ., η αρμόδια υπηρεσία καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ. προβαίνει αυτεπαγγέλτως στη μεταβολή ή τη διαγραφή των καταχωρήσεων, εφόσον διαπιστώνει με βεβαιότητα ότι τα νομικά γεγονότα, έγγραφα και δηλώσεις που καταχωρήσθηκαν ήταν από την αρχή ή κατέστησαν μεταγενέστερα παράνομα, αναληθή ή ανακριβή.

3. Πριν η αρμόδια υπηρεσία καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ. προβεί αυτεπαγγέλτως στις πράξεις που προβλέπονται στις προηγούμενες παραγράφους, καλεί εγγράφως τον υπόχρεο είτε να υποβάλει σχετική αίτηση εντός προθεσμίας δέκα (10) εργάσιμων ημερών είτε να εκθέσει τους λόγους για τους οποίους δεν πρέπει να γίνει η καταχώρηση, μεταβολή ή διαγραφή. Αν η προθεσμία αυτή παρέλθει άπρακτη, η αρμόδια υπηρεσία του ΓΕ.ΜΗ. προβαίνει αυτεπαγγέλτως στην καταχώρηση, στη μεταβολή ή τη διαγραφή και επιβάλλει στον υπόχρεο και στους νόμιμους εκπροσώπους του πρόστιμο, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 17.

4. Η αρμόδια υπηρεσία καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ. προβαίνει σε αυτεπάγγελτη καταχώρηση, μεταβολή ή διαγραφή χωρίς την τήρηση της διαδικασίας που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α. Αν περιέλθουν σε αυτήν, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 4, διοικητικές πράξεις των αρμόδιων υπηρεσιών του Υπουργείου Ανάπτυξης ή των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων που αφορούν την καταχώρηση, τη μεταβολή ή τη διαγραφή των ανωνύμων εταιρειών, των ευρωπαϊκών εταιρειών, των ευρωπαϊκών συνεταιριστικών εταιρειών και των υποκαταστημάτων των ημεδαπών και αλλοδαπών εταιρειών στην ημεδαπή που υπάγονται στις υπηρεσίες αυτές.

β. Αν περιέλθουν σε αυτήν ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του υπόχρεου φυσικού προσώπου ή του φυσικού προσώπου, του οποίου ο θάνατος επηρεάζει τη νομική κατάσταση, τη διαχείριση ή την εκπροσώπηση υπόχρεου νομικού προσώπου, ένωσης προσώπων ή υποκαταστήματος.

γ. Αν περιέλθουν σε αυτήν, με οποιονδήποτε τρόπο, δικαστικές αποφάσεις που δημιουργούν, κηρύσσουν, αναγνωρίζουν ή μεταβάλλουν έννομες καταστάσεις και σχέσεις του υπόχρεου, οι οποίες αντιτάσσονται κατά νόμο προς κάθε τρίτο και οι οποίες αφορούν την καταχώρηση, μεταβολή ή διαγραφή, όπως δικαστικές αποφάσεις που αναφέρονται στις περιπτώσεις ε’, στ’

και ζ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 6, δικαστικές αποφάσεις, διοικητικές πράξεις ή δικαιοπραξίες που επιφέρουν τη λύση του υπόχρεου νομικού προσώπου ή της ένωσης προσώπων, δικαστικές αποφάσεις, διοικητικές πράξεις ή δικαιοπραξίες που επιφέρουν την είσοδο ή αποχώρηση εταίρων, μελών υπόχρεων νομικών προσώπων και ενώσεων προσώπων και το διορισμό ή την παύση εκπροσώπων των υπόχρεων νομικών προσώπων, ενώσεων προσώπων και υποκαταστημάτων.

δ. Αν περιέλθουν σε αυτήν, με οποιονδήποτε τρόπο, αιτήσεις και δηλώσεις, που αναφέρονται στην περίπτωση η’ της παραγράφου 2 του άρθρου 6.

5. Οι γραμματείες των κατά τόπους αρμόδιων δικαστηρίων υποχρεούνται να διαβιβάζουν, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση και με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες υπηρεσίες καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ., τις δικαστικές αποφάσεις, τις αιτήσεις και τις δηλώσεις, που αναφέρονται στην παράγραφο 4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου.

6. Με την επιφύλαξη της τήρησης των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας περί απορρήτου, συμβολαιογράφοι και δημόσιοι λειτουργοί υποχρεούνται να ενημερώνουν, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, τις αρμόδιες υπηρεσίες καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ., όταν στα πλαίσια άσκησης της δραστηριότητας ή αρμοδιότητας τους διαπιστώνουν ότι παραλείφθηκε η εγγραφή υπόχρεου ή η καταχώρηση νομικών γεγονότων, δηλώσεων, εγγράφων και λοιπών στοιχείων, για τα οποία απαιτείται εγγραφή ή καταχώρηση ή συντρέχει περίπτωση παράνομης, αναληθούς ή ανακριβούς καταχώρησης, μεταβολής ή διαγραφής.

Αρθρο 12

Έννομη προστασία

1. Αν η αρμόδια υπηρεσία καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ. αρνείται να προβεί στην αιτούμενη καταχώρηση, μεταβολή ή διαγραφή, όποιος έχει έννομο συμφέρον μπορεί, ανεξάρτητα από το δικαίωμα άσκησης ένστασης κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 3, να ζητήσει από το δικαστήριο να διατάξει την εγγραφή, μεταβολή, διαγραφή ή άλλη καταχώρηση στο ΓΕ.ΜΗ.. Αρμόδιο να διατάξει την αιτούμενη ενέργεια, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο της περιφέρειας όπου εδρεύει η αρμόδια υπηρεσία καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ.. Αν στην ίδια περιφέρεια υφίστανται περισσότερα Πρωτοδικεία, αρμόδιο είναι το Πρωτοδικείο που βρίσκεται εγγύτερα στην ανωτέρω αρμόδια υπηρεσία. Αν έχουν ιδρυθεί στην ημεδαπή, από τον ίδιο υπόχρεο, περισσότερα του ενός υποκαταστήματα, αρμόδιο είναι το Πρωτοδικείο στο οποίο προσφεύγει, κατ’ επιλογή του, ο υπόχρεος.

2. Το δικαστήριο δικάζει κατά τη διαδικασία που ορίζεται στα άρθρα 739 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Στη δίκη κλητεύεται υποχρεωτικά, με επιμέλεια του αιτούντος, ο Πρόεδρος του οικείου Επιμελητηρίου στο οποίο υπάγεται η υπηρεσία καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ. ή ο νόμιμος αναπληρωτής του. Αν η αίτηση υποβάλλεται από τρίτο, στη σχετική δίκη κλητεύονται υποχρεωτικά, με επιμέλεια του αιτούντος, ο υπόχρεος ή η υπό σύσταση εταιρεία. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την κλήτευση και οποιουδήποτε τρίτου έχει ειδικό έννομο συμφέρον. Αν η άρνηση της εγγραφής, καταχώρησης ή μεταβολής οφείλεται σε κίνδυνο σύγχυσης της επωνυμίας ή του διακριτικού τίτλου του υπόχρεου, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 5, κλητεύεται υποχρεωτικά ο δικαιούχος της προκαταχωρισμένης επωνυμίας ή διακριτικού τίτλου.

3. Η απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου καθορίζει επακριβώς το περιεχόμενο της εγγραφής, καταχώρησης ή μεταβολής, καθώς και το αντικείμενο της διαγραφής. Με επιμέλεια της γραμματείας του δικαστηρίου, η απόφαση διαβιβάζεται με ηλεκτρονικά μέσα στην αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ., η οποία οφείλει να ενεργήσει αυθημερόν, κατά το διατακτικό της απόφασης. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης καθορίζεται η διαδικασία και οι όροι διαβίβασης των δικαστικών αποφάσεων κατά το προηγούμενο εδάφιο και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.

4. Η εγγραφή, μεταβολή, διαγραφή ή άλλη καταχώρηση που διενεργείται σε εκτέλεση απόφασης δικαστηρίου ή των συμβουλίων που αναφέρονται στο άρθρο 3 δεν έχουν αναδρομικό αποτέλεσμα.

Αρθρο 13

Δημοσιεύσεις

1. Το Τεύχος Ανωνύμων Εταιρειών και Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως μετονομάζεται σε Τεύχος Ανωνύμων Εταιρειών – Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης και Γενικού Εμπορικού Μητρώου, από την έναρξη λειτουργίας του ΓΕ.ΜΗ. κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 18.

2. Αν η εγγραφή στο ΓΕ.ΜΗ. και κάθε περαιτέρω καταχώρηση, μεταβολή ή διαγραφή αφορά ανώνυμες εταιρείες, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, ευρωπαϊκές εταιρείες, ευρωπαϊκές συνεταιριστικές εταιρείες και τα υποκαταστήματα αλλοδαπών εταιρειών στην ημεδαπή, που αναφέρονται στις περιπτώσεις στ’, ζ’ και η’ της παραγράφου 1 του άρθρου 1, η αρμόδια υπηρεσία καταχώρησης στο Γ.Ε.ΜΗ. αποστέλλει, αυτεπαγγέλτως, στο Εθνικό Τυπογραφείο ανακοίνωση για τη σχετική καταχώρηση στο Γ.Ε.ΜΗ., με περιληπτική αναφορά του περιεχομένου της καταχώρησης, μεταβολής ή διαγραφής και του χρόνου διενέργειας αυτών. Προϋπόθεση της αποστολής της ανακοίνωσης αποτελεί η προηγούμενη καταβολή από τον υπόχρεο των τελών δημοσίευσης στο Τεύχος Ανωνύμων Εταιρειών – Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης και Γενικού Εμπορικού Μητρώου. Σε περίπτωση αυτεπάγγελτης εγγραφής, καταχώρησης, μεταβολής ή διαγραφής, σύμφωνα με το άρθρο 11, η υπηρεσία καταχώρησης στο Γ.Ε.ΜΗ. αποστέλλει τη σχετική ανακοίνωση στο Εθνικό Τυπογραφείο και επιβάλλει τα σχετικά τέλη στον υπόχρεο.

3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν την έκδοση και την κυκλοφορία του Τεύχους Ανωνύμων Εταιρειών – Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης και Γενικού Εμπορικού Μητρώου και τη διαδικασία δημοσίευσης, σε αυτό, των καταχωρήσεων στο ΓΕ.ΜΗ.. Με την ίδια απόφαση μπορεί να αποφασισθεί η τήρηση του Τεύχους Ανωνύμων Εταιρειών – Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης και Γενικού Εμπορικού Μητρώου σε ηλεκτρονική μορφή και να καθορισθούν οι αναγκαίες λεπτομέρειες.

Αρθρο 14

Ξενόγλωσσες καταχωρήσεις

1. Οι καταχωρήσεις στο Γ.Ε.ΜΗ. μπορεί να λάβουν χώρα και σε μία ή περισσότερες από τις επίσημες γλώσσες της Ε.Ε., μετά από σχετική αίτηση των υπόχρεων, εφόσον αυτοί προσκομίζουν τις σχετικές δηλώσεις και αιτήσεις και όλα τα προς καταχώρηση έγγραφα σε νομίμως επικυρωμένη μετάφραση.

2. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες σχετικά με τις προϋποθέσεις διενέργειας ξενόγλωσσων καταχωρήσεων στο Γ.Ε.ΜΗ..

3. Αν διαπιστώνεται απόκλιση μεταξύ ελληνόγλωσσης και ξενόγλωσσης καταχώρησης στο Γ.Ε.ΜΗ., υπερισχύει η καταχώρηση στην ελληνική γλώσσα. Κάθε τρίτος μπορεί να επικαλεσθεί την ξενόγλωσση καταχώρηση, εκτός αν ο υπόχρεος αποδείξει ότι οι τρίτοι είχαν γνώση της καταχώρησης στην ελληνική γλώσσα και της διαφοράς της τελευταίας από την ξενόγλωσση.

Αρθρο 15

Αποτελέσματα της καταχώρησης

1. Από την έναρξη της τήρησης του Γ.Ε.ΜΗ. και με την καταχώρηση σε αυτό των νομικών γεγονότων, δηλώσεων, εγγράφων και λοιπών στοιχείων, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού, επέρχονται, ως προς τις ανώνυμες εταιρείες, τις εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, τους αστικούς συνεταιρισμούς, τις εταιρείες που αναφέρονται στις περιπτώσεις γ’, δ’ και ε’ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 και τους υπόχρεους που αναφέρονται στην περίπτωση β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 1, τα ακόλουθα αποτελέσματα:

α. Τα υπό σύσταση νομικά πρόσωπα που ορίζονται στο προηγούμενο εδάφιο αποκτούν νομική προσωπικότητα.

β. Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας που ρυθμίζουν τη μετατροπή ή το μετασχηματισμό των εταιρειών, συντελείται η μετατροπή των υπόχρεων εταιρειών σε ανώνυμες εταιρείες, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, αστικούς συνεταιρισμούς και σε εταιρείες που αναφέρονται στις περιπτώσεις γ’, δ’ και ε’ της παραγράφου 1 του άρθρου 1.

γ. Επέρχεται η τροποποίηση του καταστατικού.

δ. Συντελείται η συγχώνευση ή η διάσπαση, με μόνη την εγγραφή και πριν από τη διαγραφή της εταιρείας που απορροφάται ή διασπάται.

ε. Επέρχεται η λύση, μετά από απόφαση των εταίρων ή έκδοση σχετικής διοικητικής πράξης, στ. Επέρχεται η αναβίωση.

2. Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας, από την έναρξη της τήρησης του Γ.Ε.ΜΗ. και με την καταχώρηση σε αυτό των νομικών γεγονότων, δηλώσεων, εγγράφων και λοιπών στοιχείων, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού, δημιουργείται για τους λοιπούς υπόχρεους, που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 1, μαχητό τεκμήριο εμπορικής ιδιότητας.

3. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 12 επ. του άρθρου 7β του κ.ν. 2190/1920 και του άρθρου 8α του κ.ν. 3190/1955, οι υπόχρεοι που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 1 του νόμου αυτού δεν μπορούν να αντιτάξουν, προς τρίτους, κάθε μορφής γεγονότα και μεταβολές που καταχωρίζονται υποχρεωτικά, εφόσον αυτά δεν καταχωρήσθηκαν, εκτός αν αποδεικνύουν ότι οι τρίτοι είχαν λάβει σχετική γνώση ή αν τα γεγονότα και οι μεταβολές δεν παράγουν έννομες συνέπειες χωρίς προηγούμενη καταχώρηση τους. Το προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται για γεγονότα και μεταβολές που διαλαμβάνονται σε δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες αφορούν σε συλλογικές διαδικασίες ικανοποίησης πιστωτών.

4. Οι εγγραφές και καταχωρήσεις στο ΓΕ.ΜΗ. τεκμαίρονται ορθές και σύννομες μέχρι τη διόρθωση τους, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 9.

Αρθρο 16

Δημοσιότητα του Γενικού Εμπορικού Μητρώου

1. Κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί, με αίτηση του η οποία υποβάλλεται σε έγγραφη ή ηλεκτρονική μορφή προς την Κ.Ε.Ε. ή στις αρμόδιες υπηρεσίες καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ., κατά περίπτωση, να ζητήσει τη χορήγηση εκτυπωμένων αντιγράφων ή αποσπασμάτων των καταχωρήσεων στη Μερίδα, καθώς και αντιγράφων των εγγράφων, που τηρούνται στο Φάκελο του, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιευτέων ετήσιων οικονομικών καταστάσεων και λογιστικών εγγράφων του υπόχρεου. Η ίδια δυνατότητα παρέχεται και για τη χορήγηση πιστοποιητικών, σχετικά με τα στοιχεία που έχουν καταχωρισθεί στη Μερίδα ή περιέχονται στο Φάκελο.

2. Τα πλήρη αντίγραφα ή τα αποσπάσματα χορηγούνται, κατ’ επιλογή του αιτούντος, σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή, αν αφορούν καταχωρήσεις που έλαβαν χώρα μετά την 1.1.2007. Κατ’ εξαίρεση, οι αρμόδιες υπηρεσίες καταχώρησης στο Γ.Ε.ΜΗ. χορηγούν, σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή, αντίγραφα ή αποσπάσματα ήδη καταχωρισμένων πράξεων και στοιχείων, που αφορούν ανώνυμες εταιρείες, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, κατά μετοχές ετερόρρυθμες εταιρείες και υπόχρεους που αναφέρονται στις περιπτώσεις ζ’ και η’ της παραγράφου 1 του άρθρου 1, εφόσον αυτά καταχωρήσθηκαν στα προβλεπόμενα, για τον υπόχρεο, Μητρώα και Βιβλία, μετά την 1.1.1997. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται η διαδικασία, οι όροι και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής. Με όμοια απόφαση καθορίζονται ο τρόπος έκδοσης, θεώρησης και υπογραφής των αντιγράφων ή αποσπασμάτων, σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή και κάθε σχετική λεπτομέρεια.

3. Για τη χορήγηση των αντιγράφων και των αποσπασμάτων που προβλέπονται στην παράγραφο 1, ο αιτών καταβάλλει προηγουμένως στην αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. ή στην Κ.Ε.Ε. ενιαίο ειδικό τέλος, το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει το διοικητικό κόστος. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζεται το ύψος του τέλους αυτού, που αποτελεί έσοδο της κατά περίπτωση αρμόδιας υπηρεσίας καταχώρησης στο Γ.Ε.ΜΗ. ή της Κ.Ε.Ε., αντίστοιχα.

4. Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Γ.Ε.ΜΗ. και η Κ.Ε.Ε. διαβιβάζουν, με κάθε πρόσφορο μέσο, στους ενδιαφερόμενους που υποβάλλουν σχετική αίτηση και αποδεικνύουν ειδικό έννομο συμφέρον, τις πληροφορίες που είναι καταχωρισμένες στη Μερίδα του συγκεκριμένου υπόχρεου.

5. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, μπορεί να ρυθμίζεται το δικαίωμα κάθε ενδιαφερομένου να αποκτά, κατόπιν αίτησης του και καταβολής αντίστοιχου τέλους προς την Κ.Ε.Ε., δικαίωμα εξ αποστάσεως πρόσβασης στα ηλεκτρονικά αρχεία του ΓΕ.ΜΗ. και αυτοδύναμης ανάκλησης των αποθηκευμένων, σε αυτά, δεδομένων. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται το ύψος του ανωτέρω τέλους, το οποίο αποτελεί πόρο της Κ.Ε.Ε., οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες ασκείται το δικαίωμα αυτό, κατά τρόπο συμβατό με τις διατάξεις του ν. 2472/1997, η διαδικασία ελέγχου της συνδρομής των προϋποθέσεων αυτών και κάθε σχετική λεπτομέρεια.

Αρθρο 17

Διοικητικές κυρώσεις

Με απόφαση της εκάστοτε αρμόδιας υπηρεσίας καταχώρησης στο Γ.Ε.ΜΗ. επιβάλλεται, σε βάρος των υπόχρεων ή των νόμιμων εκπροσώπων τους που παραβιάζουν τις διατάξεις του νόμου αυτού και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση του, πρόστιμο από 600 έως 30.000 ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης. Τα ανωτέρω πρόστιμα αποτελούν έσοδα της υπηρεσίας καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ. στην οποία υπάγεται ο υπόχρεος. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, μετά από πρόταση της Κ.Ε.Ε., καθορίζονται η διαδικασία επιβολής και είσπραξης των προστίμων και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Με όμοια απόφαση μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ύψος του προστίμου.

Αρθρο 18

Έναρξη λειτουργίας του ΓΕ.ΜΗ.

1. Το Γ.Ε.ΜΗ. τίθεται σε λειτουργία το αργότερο την 1.1.2007. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης μπορεί να παρατείνεται η προθεσμία που ορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο. Με όμοια απόφαση μπορεί, οι αρμοδιότητες της Κ.Ε.Ε. που προβλέπονται στο νόμο αυτόν, να ανατίθενται, μετά από γνώμη της Κ.Ε.Ε., προσωρινά σε Επιμελητήριο που έχει την αναγκαία υποδομή και τις δυνατότητες για την προσωρινή άσκηση των αρμοδιοτήτων της Κ.Ε.Ε., σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.

2. Η προμήθεια του αναγκαίου υλικοτεχνικού εξοπλισμού, του λογισμικού και η ανάθεση εκτέλεσης των συναφών, με τη λειτουργία του δικτύου, υπηρεσιών, οι οποίες ανήκουν στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Ανάπτυξης και αφορούν το ΓΕ.ΜΗ., μπορεί να διενεργούνται από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.

3. Από την έναρξη λειτουργίας του ΓΕ.ΜΗ., σύμφωνα με την παράγραφο 1, όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται «Μητρώο Ανωνύμων Εταιριών», «ΜΑΕ», «Κεντρικό Μητρώο Ανωνύμων Εταιριών», «ΚΜΑΕ», «Μητρώο Εταιριών Περιορισμένης Ευθύνης», «ΜΕΠΕ», «Βιβλία ή Βιβλίο Εταιριών», νοείται στο εξής το ΓΕ.ΜΗ.. Όπου στην κείμενη νομοθεσία γίνεται αναφορά σε «Τεύχος Ανωνύμων Εταιριών και Εταιριών Περιορισμένης Ευθύνης» ή «ΤΑΕΠΕ», νοείται στο εξής το «Τεύχος Ανωνύμων Εταιρειών – Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης και Γενικού Εμπορικού Μητρώου».

4. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται ο τρόπος, η διαδικασία και ο χρόνος της μεταφοράς στο ΓΕ.ΜΗ., κατά προτεραιότητα, του περιεχομένου των ειδικών και νομαρχιακών Μητρώων Ανωνύμων Εταιρειών, του Κεντρικού Μητρώου Ανωνύμων Εταιρειών, των Μητρώων ή Βιβλίων Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης, των Μητρώων Αστικών Συνεταιρισμών και των Μητρώων Ευρωπαϊκών Ομίλων Οικονομικού Σκοπού. Σε κάθε περίπτωση, οι ανώνυμες εταιρείες, οι εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, οι κατά μετοχές ετερόρρυθμες εταιρείες και οι υπόχρεοι που αναφέρονται στις περιπτώσεις ζ’ και η’ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 μπορούν με αίτηση τους, η οποία υποβάλλεται κατά το άρθρο 7, να ζητήσουν την ατομική μεταφορά των υφιστάμενων καταχωρήσεων από τα δημόσια Μητρώα και Βιβλία του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής, στο ΓΕ.ΜΗ.. Μέχρι την ολοκλήρωση της μεταφοράς αυτής, κάθε καταχώρηση στα Βιβλία και Μητρώα που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο θεωρείται ως καταχώρηση στο ΓΕ.ΜΗ.. Οι υπηρεσίες καταχώρησης στο ΓΕ.ΜΗ. μπορούν να ελέγχουν τα στοιχεία που μεταφέρονται και να καλούν τους υπόχρεους να προβαίνουν στις αναγκαίες διευκρινίσεις, διορθώσεις και συμπληρώσεις. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, αμέσως μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας μεταφοράς κατά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου αυτής, ορίζεται η παύση της αρμοδιότητας κάθε άλλου φορέα, για την τήρηση των Βιβλίων και Μητρώων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΑΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ

Αρθρο 19

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 1 του ν. 2081/1992 (ΦΕΚ 154 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Τα Επιμελητήρια αποτελούν υποχρεωτικές, αυτοτελείς και ανεξάρτητες ενώσεις φυσικών και νομικών προσώπων, που ασκούν εμπορική δραστηριότητα σε ορισμένη περιφέρεια. Τα Επιμελητήρια είναι νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, επί των οποίων ο Υπουργός Ανάπτυξης ασκεί κατασταλτική διαχειριστική εποπτεία, ως προς τη νομιμότητα των πράξεων τους. Ο Υπουργός Ανάπτυξης μπορεί να μεταβιβάζει στους Γενικούς Γραμματείς Περιφέρειας την αρμοδιότητα που ορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο.»

2.  Η παράγραφος 2 του άρθρου 1 του ν. 2081/1992 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Σκοπός των Επιμελητηρίων, μέσα στα όρια της περιφέρειας τους, είναι η προστασία και η ανάπτυξη του εμπορίου, της βιομηχανίας, της βιοτεχνίας, των επαγγελμάτων, του τομέα παροχής υπηρεσιών και των εξαγωγών, σύμφωνα με τα συμφέροντα και τους στόχους της εθνικής οικονομίας, για την ανάπτυξη και την πρόοδο αυτής. Η παροχή προς την Πολιτεία γνωμοδοτικών εισηγήσεων για κάθε οικονομικό θέμα, περιλαμβανομένων και των σχετικών νομοσχεδίων, με γνώμονα πάντοτε την οικονομική ανάπτυξη της περιφέρειας τους και την εξυπηρέτηση του γενικότερου συμφέροντος της εθνικής οικονομίας. Η παροχή στα μέλη τους και σε κάθε ενδιαφερόμενο γνωμοδοτικών εισηγήσεων και πληροφοριών για κάθε οικονομικό θέμα.»

3. Η περίπτωση γ’ της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 2081/1992 αντικαθίσταται ως εξής:

«γ. Τα υποκαταστήματα ημεδαπών επιχειρήσεων, στα οποία περιλαμβάνονται και τα υποκαταστήματα ημεδαπών τραπεζών, τα υποκαταστήματα ή τα πρακτορεία αλλοδαπών επιχειρήσεων, εφόσον είναι εγκατεστημένα στην περιφέρεια του οικείου Επιμελητηρίου, καθώς και οι παραγωγικές μονάδες των ανωτέρω επιχειρήσεων, που είναι εγκατεστημένες εκτός της περιφέρειας του οικείου Επιμελητηρίου, στο οποίο βρίσκεται η έδρα τους. Η υποχρέωση εγγραφής στο οικείο Επιμελητήριο αρχίζει στην περίπτωση των φυσικών προσώπων από την έναρξη της εμπορικής τους δραστηριότητας και στην περίπτωση των νομικών προσώπων από τη σύσταση τους.»

4.  Η παράγραφος 4 του άρθρου 1 του ν. 2081/1992 αντικαθίσταται ως εξής:

«4. Μέλη του διοικητικού συμβουλίου κάθε Επιμελητηρίου, τα οποία μπορούν να παρίστανται στις συνεδριάσεις αυτού, είναι και οι πρόεδροι ή οι νόμιμοι αναπληρωτές αυτών του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών, του Εμπορικού Συλλόγου, άλλων Επιμελητηρίων, που προβλέπονται στο νόμο αυτόν και εδρεύουν στην ίδια περιφέρεια, οι πρόεδροι ή οι νόμιμοι αναπληρωτές τους των τριτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων που είναι συναφείς με το εμπόριο, τη βιομηχανία και τη βιοτεχνία, οι πρόεδροι ή οι νόμιμοι αναπληρωτές τους του Συνδέσμου Εμπορικών Αντιπροσώπων, του Πανελλήνιου Συνδέσμου Εξαγωγέων, καθώς και ο διευθυντής ή ο νόμιμος αναπληρωτής του της Τράπεζας της Ελλάδος και των τριών μεγαλύτερων ελληνικών τραπεζών, που διατηρούν υποκαταστήματα στην περιφέρεια του οικείου Επιμελητηρίου. Μέλη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο, είναι και όσοι διετέλεσαν πρόεδροι του διοικητικού συμβουλίου του οικείου Επιμελητηρίου και τα επίτιμα μέλη αυτού ή της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων, καθώς και μέχρι τέσσερα πρόσωπα που δραστηριοποιούνται στον κλάδο, στον οποίο ανήκει το οικείο Επιμελητήριο, που έχουν αποδεδειγμένα επιτυχή επίδοση στο εμπόριο, τη βιομηχανία, τη βιοτεχνία ή τις υπηρεσίες, τα οποία ορίζονται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του οικείου Επιμελητηρίου. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου που αναφέρονται στα προηγούμενα εδάφια (μέλη εκ του νόμου) δεν έχουν δικαίωμα ψήφου.»

5.  Η παράγραφος 6 του άρθρου 1 του ν. 2081/1992 αντικαθίσταται ως εξής:

«6. Σε κάθε νομό λειτουργεί ένα Επιμελητήριο. Διαχωρισμός των Επιμελητηρίων σε αυτοτελή εμποροβιομηχανικά, βιοτεχνικά και επαγγελματικά επιτρέπεται να γίνεται σε νομούς που έχουν τουλάχιστον 250.000 κατοίκους και σε παραμεθόριες ή ακριτικές, κατά γεωγραφική έννοια, περιοχές, μετά από γνώμη της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων του Διοικητικού Συμβουλίου του Επιμελητηρίου και των επαγγελματικών οργανώσεων του νομού και απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης.»

6.  Η παράγραφος 7 του άρθρου 1 του ν. 2081/1992 αντικαθίσταται ως εξής:

«7. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του οικείου Επιμελητηρίου, μπορεί να ιδρύονται γραφεία του Επιμελητηρίου και σε άλλες πόλεις του νομού. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, ρυθμίζονται τα θέματα διάρθρωσης και στελέχωσης των γραφείων αυτών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»

Αρθρο 20

Το άρθρο 2 του ν. 2081/1992 αντικαθίσταται ως εξής:

«Αρθρο 2

Αρμοδιότητες

1. Τα Επιμελητήρια ασκούν κάθε αρμοδιότητα σχετική με το σκοπό τους, όπως αυτός αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 1. Οι αρμοδιότητες των Επιμελητηρίων ασκούνται κατά τρόπο που συμβάλλει στην αποτελεσματικότερη πραγματοποίηση του σκοπού τους.

2. Τα Επιμελητήρια έχουν ιδίως και τις παρακάτω αρμοδιότητες:

α. Υποβάλλουν προς την Πολιτεία εισηγήσεις συμβουλευτικού και γνωμοδοτικού χαρακτήρα, για θέματα του εμπορίου, της μεταποίησης και του τομέα των υπηρεσιών ή γενικά για την εθνική οικονομία. Συμμετέχουν σε επιτροπές και όργανα σχεδιασμού έργων υποδομής και μεριμνούν, με κάθε μέσο, για την ανάπτυξη του εξαγωγικού κυρίως εμπορίου, της μεταποίησης, του τομέα των υπηρεσιών και γενικά για την αύξηση της παραγωγής και της παραγωγικότητας.

β. Χορηγούν στα μέλη τους πιστοποιητικά εγγραφής και καταγωγής προϊόντων, βεβαιώνουν τη γνησιότητα της υπογραφής αυτών, καταγράφουν συστηματικά τα εμπορικά και επαγγελματικά έθιμα, παρέχουν πληροφορίες στα μέλη τους και στην Πολιτεία για τις αλλοδαπές αγορές, τις διεθνείς οικονομικές εξελίξεις και για άλλα συναφή θέματα. Ενημερώνουν τα μέλη τους για τα αναπτυξιακά, τα επενδυτικά και τα χρηματοδοτικά προγράμματα. Μελετούν τις τάσεις και εξελίξεις στην εθνική οικονομία και υποβάλλουν σχετικές προτάσεις με ιδιαίτερη έμφαση στην ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.

γ. Προβαίνουν στις αναγκαίες ενέργειες για την τήρηση του Γενικού Εμπορικού Μητρώου, ασκώντας τις σχετικές αρμοδιότητες και μπορεί να τηρούν το Εμπορικό Μητρώο των μελών που εδρεύουν στην περιφέρεια τους και χορηγούν βεβαιώσεις ή ταυτότητες.

δ. Αναλαμβάνουν, μόνα ή σε συνεργασία με άλλους φορείς, μετά από πρόταση του διοικητικού τους συμβουλίου και απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, τη διαχείριση βιομηχανικών και ελεύθερων ζωνών, εμπορικών κέντρων, μόνιμων εκθέσεων και εκθετηρίων χώρων, σταθμών, λιμένων, αιθουσών δημοπρασιών, γενικών αποθηκών, εργαστηρίων ανάλυσης και εξέτασης εμπορευμάτων.

ε. Επιτρέπεται να συνιστούν εταιρείες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που δεν υπάγονται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα είτε αυτοτελώς είτε με άλλους φορείς, με αυτοτελή διαχείριση των πόρων τους, ιδίως των κοινοτικών κονδυλίων ή των εσόδων από άλλους διεθνείς οργανισμούς και με σκοπούς την ανάπτυξη της πληροφορικής, τη δια βίου εκπαίδευση και κατάρτιση, συμπεριλαμβανομένων της εκπαίδευσης και επιμόρφωσης των μελών τους ή και τρίτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3369/2005 (ΦΕΚ 171 Α’), την εφαρμογή κάθε μορφής κοινοτικών προγραμμάτων ή την εκπλήρωση οποιουδήποτε άλλου επιμελητηριακού σκοπού. Με αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου οι οποίες υπόκεινται στην έγκριση του Υπουργού Ανάπτυξης, μπορούν να συνιστούν κεφαλαιουχικές εταιρείες ή να συμμετέχουν σε αυτές, η δραστηριότητα των οποίων εξυπηρετεί ειδικό σκοπό δημόσιου συμφέροντος. Οι δαπάνες που προκαλούνται από την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου υπόκεινται στον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Μπορούν να διενεργούν πραγματογνωμοσύνες και δειγματοληψίες και να επιλύουν, με διαιτησία, εμπορικές διαφορές με βάση κατάλογο, που συντάσσεται κάθε δύο (2) χρόνια και ισχύει και για τις δικαστικές και διοικητικές αρχές. Οι αμοιβές των προσώπων που συμμετέχουν στις εργασίες που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο καθορίζονται με απόφαση της Διοικητικής Επιτροπής. Αναλαμβάνουν και διεκπεραιώνουν κατ’ εξουσιοδότηση των αρμόδιων οργάνων της Πολιτείας και κάθε άλλο έργο συναφές με το σκοπό τους, ύστερα από απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού.

στ. Διεξάγουν σεμινάρια και εκπαιδευτικά προγράμματα και χορηγούν πιστοποιητικά, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3369/2005, οργανώνουν συνέδρια, σεμινάρια και εκπαιδευτικά προγράμματα, με ανάθεση της εκτέλεσης αυτών απευθείας σε εξειδικευμένα πρόσωπα, και χορηγούν τις σχετικές βεβαιώσεις, επιχορηγούν τα στελέχη τους και παρέχουν ειδίκευση ή επαγγελματική εμπειρία οποιασδήποτε μορφής, στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή. Μπορούν να συνιστούν επιτροπές και ομάδες εργασίας από μέλη τους, υπαλλήλους τους ή τρίτους, καθώς και να αναθέτουν σε εξειδικευμένα πρόσωπα την εκπόνηση μελετών και άλλων εργασιών, που έχουν σχέση με τους σκοπούς τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και να εκδίδουν περιοδικά ή βιβλία ή να επιχορηγούν τέτοιες εκδόσεις, οικονομικού κυρίως περιεχομένου.

ζ. Μπορούν να επιχορηγούν, με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου τους, πρωτοβουλίες που συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη της περιφέρειας τους ή γενικότερα της εθνικής οικονομίας, πολιτιστικές, κοινωνικές και εθνικές εκδηλώσεις, να απονέμουν βραβεία ή άλλες τιμητικές διακρίσεις για διακεκριμένες επιχειρηματικές δραστηριότητες και να ενισχύουν οικονομικά συλλόγους και εργοδοτικές οργανώσεις. Μπορούν να ενισχύουν οικονομικά τα Ασφαλιστικά Ταμεία των υπαλλήλων τους και να καλύπτουν ή να δανειοδοτούν το σύνολο ή μέρος των ελλειμμάτων του Ταμείου Προνοίας των υπαλλήλων των Επιμελητηρίων, καθώς και να ενισχύουν οικονομικά τις αναγνωρισμένες υπαλληλικές οργανώσεις των υπαλλήλων των Επιμελητηρίων.

η. Αναλαμβάνουν, ύστερα από αίτηση μέλους ή υποψήφιου μέλους τους, να υποβάλουν ενώπιον κάθε αρχής ή υπηρεσίας αιτήματα και δικαιολογητικά για λογαριασμό των μελών ή υποψήφιων μελών τους, να συγκεντρώνουν και παραδίδουν σε αυτά κάθε πιστοποιητικό και έγγραφο που εκδίδεται από αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες ή υπηρεσίες της τοπικής αυτοδιοίκησης οποιουδήποτε βαθμού ή από δικαστικές αρχές, εφόσον τα έγγραφα και τα πιστοποιητικά αφορούν την επιχειρηματική δραστηριότητα του μέλους ή του υποψήφιου μέλους το οποίο υπέβαλε τη σχετική αίτηση. Η υπηρεσία αυτή προσφέρεται έναντι ανταποδοτικού τέλους το οποίο καταβάλλεται με την υποβολή της σχετικής αίτησης. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης καθορίζεται το ύψος του ανταποδοτικού τέλους, η διαδικασία είσπραξης και απόδοσης αυτού και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

θ. Ασκούν και κάθε άλλη αρμοδιότητα που αποδεδειγμένα συμβάλλει στην εξυπηρέτηση των σκοπών τους και στην εθνική οικονομική ανάπτυξη.»

Αρθρο 21

Το άρθρο 3 του ν. 2081/1992 αντικαθίσταται ως εξής:

«Αρθρο 3

Οργάνωση Επιμελητηρίων

1.  Τα Επιμελητήρια διακρίνονται σε αμιγή και μεικτά.

2. Αμιγή Επιμελητήρια είναι τα Βιοτεχνικά που διαθέτουν μόνο Τμήματα Βιοτεχνών και τα Επαγγελματικά που διαθέτουν μόνο Τμήματα Επαγγελματιών και Υπηρεσιών. Τα μεικτά Επιμελητήρια κατανέμουν τα μέλη τους υποχρεωτικά στα εξής τμήματα: α) εμπορικό, β) υπηρεσιών και γ) μεταποιητικό. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του οικείου Επιμελητηρίου μπορεί να ιδρύονται και άλλα Τμήματα. Τα Τμήματα δεν έχουν αυτοτέλεια, προεδρεύονται από τον αιρετό πρόεδρο τους ή τον νόμιμο αναπληρωτή του και εισηγούνται προς τη διοίκηση του οικείου Επιμελητηρίου, για κάθε θέμα της αρμοδιότητας τους. Για τη δημιουργία Τμήματος σε Επιμελητήρια τα οποία εδρεύουν στους Δήμους Αθήνας, Πειραιά και Θεσσαλονίκης απαιτούνται τουλάχιστον διακόσιες (200) επιχειρήσεις και για τα υπόλοιπα Επιμελητήρια της Χώρας απαιτούνται τουλάχιστον είκοσι (20) επιχειρήσεις. Ο αριθμός των επιχειρήσεων που απαιτείται κατά το προηγούμενο εδάφιο μπορεί να μειώνεται, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, με αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης.

3. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης που εκδίδεται μετά από πρόταση της Κεντρικής Ενωσης Επιμελητηρίων, καθορίζονται τα κριτήρια της ταξινόμησης των εμπορικών δραστηριοτήτων των μελών των Επιμελητηρίων και της κατάταξης αυτών ανά Επιμελητήριο ή ανά Τμήματα Επιμελητηρίων. Αν αμφισβητείται η κατάταξη μέλους στο οικείο Επιμελητήριο, επιλαμβάνεται τριμελής επιτροπή που συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης για τα Επιμελητήρια του Νομού Αττικής και του κατά περίπτωση αρμόδιου Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας για τα υπόλοιπα Επιμελητήρια της Χώρας και αποτελείται από έναν υπάλληλο του Υπουργείου Ανάπτυξης ή της Περιφέρειας αντίστοιχα, ως Πρόεδρο, και από έναν εκπρόσωπο καθενός από τα δύο Επιμελητήρια. Αν αμφισβητείται η κατάταξη μέλους σε Τμήμα του οικείου Επιμελητηρίου, επιλαμβάνεται τριμελής επιτροπή που συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης για τα Επιμελητήρια του Νομού Αττικής και του αρμόδιου κατά περίπτωση Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας για τα υπόλοιπα Επιμελητήρια της Χώρας και αποτελείται από έναν υπάλληλο του Υπουργείου Ανάπτυξης ή της Περιφέρειας αντίστοιχα, ως Πρόεδρο, ένα μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του οικείου Επιμελητηρίου και τον Διευθυντή ή Προϊστάμενο του Τμήματος Μητρώου ή αν ελλείπει, από υπάλληλο της αρμόδιας υπηρεσίας. Χρέη Γραμματέα εκτελεί υπάλληλος ενός από τα Επιμελητήρια, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον πρόεδρο της Επιτροπής.»

Αρθρο 22

Μετά το άρθρο 3 του ν. 2081/1992, προστίθενται άρθρα 3α, 3β, 3γ, 3δ, 3ε, 3στ, 3ζ, 3η και 3θ, ως εξής:

«Αρθρο 3α

Όργανα διοίκησης

Τα όργανα διοίκησης των Επιμελητηρίων είναι το διοικητικό συμβούλιο και η διοικητική επιτροπή.

Αρθρο 3β

Διοικητικό συμβούλιο

1. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου εκλέγονται από τα ταμειακώς εντάξει μέλη του Επιμελητηρίου με εκλογές που διεξάγονται κάθε τέταρτο έτος, σε ημερομηνία που ορίζεται μεταξύ της 15ης Νοεμβρίου και της 15ης Δεκεμβρίου. Η διαδικασία διεξαγωγής της εκλογής για την ανάδειξη του διοικητικού συμβουλίου προβλέπεται στο άρθρο 3γ.

2. Ο αριθμός των μελών του διοικητικού συμβουλίου των Επιμελητηρίων καθορίζεται ως εξής:

α. Για εγγεγραμμένα μέλη μέχρι 15.000, 21 μέλη.

β. Για εγγεγραμμένα μέλη από 15.001, 31 μέλη. Ειδικά στα διοικητικά συμβούλια των Επιμελητηρίων Αθήνας, Πειραιά, Θεσσαλονίκης, Κυκλάδων και Δωδεκανήσου, εκλέγονται 61 μέλη. Ο αριθμός των αντιπροσώπων του κάθε Τμήματος στο διοικητικό συμβούλιο καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, μετά από γνώμη του διοικητικού συμβουλίου, με βάση αντικειμενικά κριτήρια, όπως ο αριθμός των μελών του κάθε Τμήματος, η συνεισφορά αυτών στην τοπική και εθνική οικονομία και οι θέσεις εργασίας που καλύπτονται από τη δραστηριότητα τους.

3. Το νέο Διοικητικό Συμβούλιο αναλαμβάνει καθήκοντα εντός δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης της εφορευτικής επιτροπής, με την οποία ανακηρύσσονται οι εκλεγόμενοι. Η ανάληψη των καθηκόντων κατά το προηγούμενο εδάφιο δεν εμποδίζεται από την υποβολή ενστάσεων κατά του κύρους των αρχαιρεσιών ή της εκλογής συγκεκριμένου μέλους του διοικητικού συμβουλίου.

4.  Το διοικητικό συμβούλιο συζητεί τα σημαντικότερα θέματα του εμπορίου, της μεταποίησης και των υπηρεσιών, απονέμει τιμητικές διακρίσεις, που σχετίζονται με τα θέματα αυτά, εγκρίνει τον απολογισμό και τον προϋπολογισμό, καταργεί τη διοικητική επιτροπή ή μέλος της με απόφαση της πλειοψηφίας των τεσσάρων πέμπτων  (4/5) των μελών του και αποφασίζει για κάθε θέμα, που έχει σχέση με την επιμελητηριακή δραστηριότητα.

5. Οι συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου, στις οποίες προεδρεύει ο πρόεδρος της διοικητικής επιτροπής, διεξάγονται δημόσια και σε εξαιρετικές περιπτώσεις χωρίς δημοσιότητα, τακτικά μεν μία φορά το μήνα, εκτός από το μήνα Αύγουστο, έκτακτα δε εφόσον ζητηθεί από τα δύο πέμπτα (2/5) των μελών του. Κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου, από την ανάληψη των καθηκόντων του, μεριμνά για την πρόοδο της εθνικής οικονομίας και όχι μόνο για τα συμφέροντα της τάξης ή της κατηγορίας, από την οποία προέρχεται.

6. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, που εκδίδεται μετά από πρόταση της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων, εγκρίνεται ο ενιαίος κανονισμός αρμοδιοτήτων και λειτουργίας του διοικητικού συμβουλίου των Επιμελητηρίων. Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί, με απόφαση του που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, να μεταβιβάζει μέρος των αρμοδιοτήτων του στη Διοικητική Επιτροπή. Η μεταβίβαση των αρμοδιοτήτων που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο ισχύει μέχρι την ανάκληση της.

7. Το διοικητικό συμβούλιο συνεδριάζει νόμιμα αν είναι παρόντα το ήμισυ πλέον του ενός των αιρετών μελών του και αν διεξάγεται επαναληπτική συνεδρίαση, με την παρουσία του ενός τρίτου (1/3) των αιρετών μελών, οι δε αποφάσεις του λαμβάνονται με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων. Στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου συμμετέχουν, πέραν από τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 1, ο διοικητικός προϊστάμενος, οι προϊστάμενοι των διευθύνσεων και εκπρόσωπος του συλλόγου των εργαζομένων στο Επιμελητήριο, χωρίς δικαίωμα ψήφου.

Αρθρο 3γ

Εκλογές

1. Οι εκλογές διεξάγονται με ενιαίο κατά συνδυασμό ψηφοδέλτιο για όλα τα τμήματα του Επιμελητηρίου και με το σύστημα της απλής αναλογικής. Δικαίωμα ψήφου έχουν οι κατωτέρω, εφόσον είναι ταμειακώς εντάξει και έχει παρέλθει ένας χρόνος από την εγγραφή τους στο Επιμελητήριο, το οποίο ασκείται ως ακολούθως:

α. Κάθε μέλος, φυσικό πρόσωπο μία ψήφο.

β. Κάθε προσωπική εταιρεία μέχρι δύο ψήφους των ομόρρυθμων εταίρων της που υποδεικνύονται από το νόμιμο εκπρόσωπο αυτών.

γ. Κάθε εταιρεία περιορισμένης ευθύνης μέχρι δύο ψήφους των διαχειριστών ή ενός διαχειριστή και ενός εταίρου της, που υποδεικνύονται από την εταιρεία.

δ. Κάθε ανώνυμη εταιρεία τρεις ψήφους των εκπροσώπων της, που υποδεικνύονται από το διοικητικό συμβούλιο και μπορεί να είναι μέλη αυτού ή ανώτατα διευθυντικά στελέχη της, που ορίζονται με ειδική απόφαση του διοικητικού συμβουλίου.

ε. Κάθε υποκατάστημα, μία ψήφο του διευθυντή του ή του αναπληρωτή αυτού.

στ. Κάθε αλλοδαπή ανώνυμη εταιρεία και εταιρεία περιορισμένης ευθύνης μία ψήφο του νόμιμου εκπροσώπου της ή του πράκτορα ή αντικλήτου της, υπό τον όρο της αμοιβαιότητας.

ζ. Κάθε συνεταιρισμός δύο ψήφους του προέδρου και του γενικού γραμματέα ή των αναπληρωτών τους.

2. Ταμειακώς εντάξει μέλη θεωρούνται τα μέλη που έχουν εκπληρώσει τις οικονομικές υποχρεώσεις τους προς τα Επιμελητήρια ή έχουν διακανονίσει αυτές, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 4.

3. Το δικαίωμα ψήφου ασκείται προσωπικά. Στερούνται του δικαιώματος ψήφου όσοι έχουν στερηθεί αμετακλήτως τα πολιτικά τους δικαιώματα και για όσο χρόνο διαρκεί η στέρηση αυτή, όσοι τελούν υπό δικαστική απαγόρευση ή δικαστική αντίληψη, όσοι έχουν καταδικαστεί αμετακλήτως σε οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση, αισχροκέρδεια, νοθεία, απιστία, ψευδορκία, απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, δωροδοκία, δόλια χρεοκοπία, λαθρεμπορία, τοκογλυφία, παράβαση των άρθρων 336 και 353 του Ποινικού Κώδικα ή για παραβάσεις του νόμου περί εμπορίας ναρκωτικών και εφόσον οι σχετικές ποινές είναι καταχωρισμένες στο απόσπασμα του ποινικού μητρώου, σύμφωνα με το άρθρο 577 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, όσοι έχουν καταδικαστεί αμετακλήτως σε ποινή φυλάκισης για παράβαση της νομοθεσίας που διέπει τις ανώνυμες εταιρείες, της τελωνειακής νομοθεσίας ή για παράνομη άσκηση εμπορικού επαγγέλματος ή για παραβάσεις των διατάξεων του ν. 936/1979 (ΦΕΚ 144 Α’) και δεν έχουν παρέλθει τέσσερα έτη από την αποκατάσταση τους, όσοι έχουν κηρυχθεί, τελεσιδίκως, σε κατάσταση πτώχευσης και δεν έχουν αποκατασταθεί ή οι επιχειρήσεις τους τελούν υπό αναγκαστική εκκαθάριση.

4. Εκλόγιμοι είναι όσοι έχουν τα προσόντα του εκλογέα και διετέλεσαν μέλη του Επιμελητηρίου τουλάχιστον για τρία χρόνια, είτε ατομικά είτε ως μέλη προσωπικών εταιρειών ή εταιρειών περιορισμένης ευθύνης ή διοικητικών συμβουλίων ανωνύμων εταιρειών, ή συνεταιρισμών, ή ως εκπρόσωποι υποκαταστημάτων ελληνικών ή αλλοδαπών επιχειρήσεων. Δεν είναι εκλόγιμοι όσοι είναι συνταξιούχοι. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης, ρυθμίζονται θέματα που αφορούν τη διαδικασία της εκλογής, τη σύνταξη των εκλογικών καταλόγων και τη συγκρότηση της εκλογικής επιτροπής, την εκλογή του προέδρου των Τμημάτων των Επιμελητηρίων και του αναπληρωτή του, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με την προπαρασκευή, τη διεξαγωγή των εκλογών και την επικύρωση των αποτελεσμάτων αυτών.

5. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης, ύστερα από γνώμη της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων ρυθμίζονται θέματα που αφορούν τον τρόπο και τη διαδικασία εκλογής των μελών της Διοικητικής Επιτροπής από τα αιρετά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, καθώς και κάθε άλλο θέμα που αφορά τη συγκρότηση και τη σύνθεση της. Με το προεδρικό διάταγμα που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο, μπορεί να ορίζεται η δυνατότητα διεξαγωγής των εκλογών μέσω διαδικτύου, καθώς και η οργάνωση και η διαδικασία για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος.

Αρθρο 3δ

Πρόεδρος Επιμελητηρίου

Πρόεδρος του οικείου Επιμελητηρίου ανακηρύσσεται ο επικεφαλής του συνδυασμού, ο οποίος συγκεντρώνει το ήμισυ πλέον μιας των εδρών. Για τον επικεφαλής κάθε συνδυασμού δεν απαιτείται σταυρός προτίμησης. Αν κανένας από τους συνδυασμούς δεν συγκεντρώνει το ποσοστό που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο, ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου εκλέγεται από το διοικητικό συμβούλιο, το οποίο συνέρχεται μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την εκλογή του, ύστερα από πρόσκληση της απερχόμενης διοικητικής επιτροπής ή, αν αυτή παραληφθεί, ύστερα από πρόσκληση του διοικητικού προϊσταμένου.

Αρθρο 3ε

Διοικητική Επιτροπή

1. Η διοικητική επιτροπή κάθε Επιμελητηρίου αποτελείται από τον πρόεδρο, τους α’ και β’ αντιπροέδρους, τον γενικό γραμματέα και τον οικονομικό επόπτη. Πρόεδρος της διοικητικής επιτροπής είναι ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου.

2. Μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την εκλογή του προέδρου του Επιμελητηρίου και με πρόσκληση αυτού, συνέρχεται το διοικητικό συμβούλιο του Επιμελητηρίου και εκλέγει τα υπόλοιπα μέλη της διοικητικής επιτροπής αυτού. Η παράδοση της απερχόμενης διοικητικής επιτροπής γίνεται το αργότερο μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την εκλογή της νέας διοικητικής επιτροπής.

3. Ο πρόεδρος που αναπληρώνεται από τους αντιπροέδρους, κατά τη σειρά τους, προσδιορίζει επακριβώς τις δραστηριότητες του Επιμελητηρίου στα πλαίσια των αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου, κατευθύνει και συντονίζει τις ενέργειες της διοικητικής επιτροπής, επιλύει κάθε επείγον ζήτημα, ενημερώνοντας τη διοικητική επιτροπή του Επιμελητηρίου, εκπροσωπεί αυτό ενώπιον των αρχών και υπογράφει τα έγγραφα του Επιμελητηρίου. Ο γενικός γραμματέας, που αναπληρώνεται από τον οικονομικό επόπτη, τηρεί τα πρακτικά των συνεδριάσεων των οργάνων του Επιμελητηρίου. Ο οικονομικός επόπτης επιμελείται γενικά όλων των διαχειριστικών πράξεων του Επιμελητηρίου.

4. Η διοικητική επιτροπή ψηφίζει τον κανονισμό λειτουργίας της, που εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο. Είναι αρμόδια και υπεύθυνη για την εύρυθμη λειτουργία του Επιμελητηρίου και λαμβάνει οποιαδήποτε απόφαση προς το σκοπό αυτόν, συγκαλεί το διοικητικό συμβούλιο και εκτελεί τις αποφάσεις αυτού. Είναι αρμόδια, σε συμφωνία με τον διοικητικό προϊστάμενο ή τον γενικό διευθυντή, κατά περίπτωση, για τις μετακινήσεις και τοποθετήσεις του προσωπικού. Είναι αρμόδια για την εκπροσώπηση του επιμελητηρίου σε επιτροπές και όργανα σχεδιασμού έργων υποδομής, τη χορήγηση πιστοποιητικών και άλλων βεβαιώσεων, για πραγματογνωμοσύνες, δειγματοληψίες και διαιτησίες, συνιστά επιτροπές και ομάδες εργασίας, αναθέτει την εκπόνηση μελετών, την έκδοση περιοδικών και βιβλίων, επιχορηγεί τις συναφείς εκδόσεις και διενεργεί τις δαπάνες, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 8 του άρθρου 4. Η διοικητική επιτροπή επιμελείται για τη σύνταξη και εκτέλεση του προϋπολογισμού.

5. Η διοικητική επιτροπή συγκαλείται από τον πρόεδρο αυτής ή ύστερα από αίτημα δύο τουλάχιστον από τα μέλη της και συνεδριάζει νόμιμα με την παρουσία τριών τουλάχιστον μελών της, οι δε αποφάσεις της λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών.

Αρθρο 3στ

Αναπλήρωση και έκπτωση μελών διοικητικού συμβουλίου και διοικητικής επιτροπής

1. Θέση μέλους του διοικητικού συμβουλίου που κενώθηκε συμπληρώνεται από τον πίνακα επιλαχόντων του ίδιου συνδυασμού. Θέση μέλους της διοικητικής επιτροπής που κενώθηκε συμπληρώνεται από το διοικητικό συμβούλιο μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες. Αν δεν υπάρχουν επιλαχόντες, ο Υπουργός Ανάπτυξης διορίζει τα ελλείποντα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, επιλέγοντας τα, μεταξύ πέντε έως δέκα προσώπων, τα οποία υποδεικνύει το διοικητικό συμβούλιο από τον κατάλογο του οικείου συνδυασμού.

2. Αν ο αριθμός των μελών του διοικητικού συμβουλίου μειωθεί, για οποιονδήποτε λόγο, κάτω από το μισό, διενεργούνται εκλογές για την ανάδειξη νέου διοικητικού συμβουλίου.

3. Κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου ή της διοικητικής επιτροπής εκπίπτει αυτοδίκαια από τη θέση του ή το αξίωμα του, εφόσον απουσιάσει αδικαιολόγητα σε περισσότερες από πέντε συνεχείς συνεδριάσεις ή απολέσει την ιδιότητα του εκλογέα, για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3γ. Το διοικητικό συμβούλιο εκδίδει σχετική διαπιστωτική πράξη, κατά την πρώτη συνεδρίαση του μετά τη συνδρομή του λόγου έκπτωσης και αν δεν εκδοθεί η πράξη αυτή από το διοικητικό συμβούλιο, τη σχετική διαπιστωτική πράξη εκδίδει ο Υπουργός Ανάπτυξης.

4. Τα μέλη που απώλεσαν την ιδιότητα του εκλογέα ή εξέπεσαν από το αξίωμα τους για οποιονδήποτε λόγο δεν μπορούν να επανεκλεγούν στις αμέσως επόμενες εκλογές.

Αρθρο 3ζ

Προσωπικό Επιμελητηρίων

1. Το προσωπικό των Επιμελητηρίων αποτελείται από μόνιμους δημόσιους υπαλλήλους, από υπαλλήλους με θητεία, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου και από προσωπικό με έμμισθη εντολή. Ο οργανισμός του κάθε Επιμελητηρίου που ορίζει τη διάρθρωση των υπηρεσιών, τις οργανικές θέσεις και κάθε άλλη συναφή λεπτομέρεια συντάσσεται από το διοικητικό συμβούλιο και εγκρίνεται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης.

2. Τα Επιμελητήρια μπορούν, με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, να προσλαμβάνουν ειδικούς επιστημονικούς συνεργάτες, καθώς και ειδικούς συμβούλους και να καθορίζουν τους όρους εργασίας και αμοιβής τους. Η θητεία των ειδικών επιστημονικών συνεργατών και των ειδικών συμβούλων λήγει με τη λήξη της θητείας του διοικητικού συμβουλίου που τους προσέλαβε. Ο αριθμός των προσλαμβανομένων κατά το προηγούμενο εδάφιο ειδικών   συνεργατών και ειδικών συμβούλων δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δύο για τα Επιμελητήρια με προσωπικό μέχρι σαράντα υπαλλήλους και το 5% του συνόλου των υπαλλήλων για όλα τα υπόλοιπα Επιμελητήρια. Η σχετική διαδικασία πρόσληψης κατά το προηγούμενο εδάφιο καθορίζεται και ολοκληρώνεται από το οικείο Επιμελητήριο, το οποίο ορίζει και τα κριτήρια επιλογής, το δε αποτέλεσμα της διαδικασίας επιλογής, και μόνον, υπόκειται σε έλεγχο νομιμότητας που ασκεί το Α.Σ.Ε.Π..

Αρθρο 3η

Διοικητικός προϊστάμενος

1. Διοικητικός προϊστάμενος ορίζεται μόνο στα Επιμελητήρια όπου δεν υπάρχει γενικός διευθυντής. Ο διοικητικός προϊστάμενος του προσωπικού του Επιμελητηρίου είναι μόνιμος υπάλληλος του κλάδου ΠΕ και αν δεν υπάρχει υπάλληλος του κλάδου αυτού, διοικητικός προϊστάμενος ορίζεται υπάλληλος του κλάδου ΤΕ ή ΔΕ.

2. Ο διοικητικός προϊστάμενος ορίζεται ή αντικαθίσταται με απόφαση της διοικητικής επιτροπής με τον αναπληρωτή του, ο οποίος επιλέγεται μεταξύ των προϊσταμένων των διευθύνσεων.

3. Ο διοικητικός προϊστάμενος εκτελεί τις αποφάσεις της διοικητικής επιτροπής, παρίσταται χωρίς δικαίωμα ψήφου στις συνεδριάσεις της, εισηγείται στη διοικητική επιτροπή κάθε θέμα ημερήσιας διάταξης, υπογράφει κάθε έγγραφο υπηρεσιακού χαρακτήρα, χορηγεί στους υπαλλήλους τις κανονικές και αναρρωτικές άδειες και εκτελεί τις αποφάσεις μετακινήσεων και τοποθετήσεων του προσωπικού μετά από σύμφωνη γνώμη της διοικητικής επιτροπής.

Αρθρο 3θ

Γραφεία εξωτερικού

Η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων μπορεί να ιδρύει γραφεία στο εξωτερικό που στελεχώνονται με ειδικό επιστημονικό και βοηθητικό προσωπικό, η μισθοδοσία των οποίων βαρύνει τον προϋπολογισμό της. Η Κεντρική Ενωση Επιμελητηρίων μπορεί να προσλαμβάνει προσωπικό, για την εκτέλεση συγκεκριμένου έργου, καταρτίζοντας σχετική σύμβαση. Ειδικά, το βοηθητικό προσωπικό προσλαμβάνεται επί τόπου, και πρέπει να έχει ελληνική ιθαγένεια ή ιθαγένεια κράτους – μέλους της Ε.Ε. και τόπο διαμονής την περιφέρεια όπου εδρεύει το γραφείο.»

Αρθρο 23

Το άρθρο 4 του ν. 2081/1992 αντικαθίσταται ως εξής:

«Αρθρο 4

Οικονομικά θέματα

1. Πόροι των Επιμελητηρίων είναι:

α. Οι ετήσιες συνδρομές των μελών τους, που καταβάλλονται μέσα στο έτος στο οποίο αναφέρονται. Η αξίωση του Επιμελητηρίου για την είσπραξη των συνδρομών παραγράφεται με την πάροδο δέκα (10) ετών από το τέλος του έτους εντός του οποίου έπρεπε να καταβληθούν. Οι αρμόδιες Δ.Ο.Υ. δεν θεωρούν φορολογικά βιβλία ή στοιχεία επιχειρήσεων ή επιτηδευματιών, αν η σχετική αίτηση των ενδιαφερομένων δεν συνοδεύεται από τη βεβαίωση του οικείου Επιμελητηρίου για την καταβολή ή το διακανονισμό των ετήσιων εισφορών προς αυτό. Η ανωτέρω βεβαίωση ισχύει μέχρι το τέλος του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο εκδόθηκε.

Ποσοστό 3% επί των ετήσιων εσόδων από τις συνδρομές των μελών των Επιμελητηρίων, πλην των μελών των βιομηχανικών τμημάτων, διατίθεται για την ενίσχυση της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδος (Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε.) και της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (Ε.Σ.Ε.Ε.).

Ποσοστό 3% επί των ετήσιων εσόδων από τις συνδρομές των μελών των βιομηχανικών τμημάτων Επιμελητηρίων διατίθεται για την ενίσχυση των Συνδέσμων Βιομηχανιών και Εξαγωγέων.

Ο τρόπος κατανομής του ποσοστού που ορίζεται στα προηγούμενα εδάφια, τα αποδεικτικά στοιχεία για την αριθμητική δύναμη των δικαιούχων και κάθε άλλη λεπτομέρεια καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης μετά γνώμη της Ε.Σ.Ε.Ε., της Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε., του Σ.Ε.Β., καθώς και της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων.

Ποσοστό τουλάχιστον 3% επί των ετήσιων εσόδων από τις συνδρομές των μελών των Επιμελητηρίων διατίθεται με απόφαση των διοικητικών συμβουλίων των Επιμελητηρίων, σε Ομοσπονδίες και Σωματεία που είναι μέλη της ΓΣ.Ε.Β.Ε.Ε., της Ε.Σ.Ε.Ε. και των Συνδέσμων Βιομηχανιών και Εξαγωγέων ή άλλων επαγγελματικών οργανώσεων.

Οι προϋπολογισμοί των Επιμελητηρίων, εκτός από το τμήμα αυτών που αφορά τη μισθοδοσία του προσωπικού τους, δεν εγκρίνονται, αν αυτά δεν προσκομίσουν απόδειξη από τράπεζα, που αποδεικνύεται η κατάθεση των ανωτέρω ποσών για την προηγούμενη κλεισμένη οικονομική χρήση.

β. Τα τέλη καταχώρησης στο πρωτόκολλο επωνυμιών, καθώς και τα τέλη ελέγχου και θεώρησης του δικαιώματος χρήσης των επωνυμιών και των διακριτικών τίτλων.

γ. Τα δικαιώματα εγγραφής και μεταβολών των μελών στο Εμπορικό Μητρώο και άλλα έσοδα από δραστηριότητες προσώπων που εγγράφονται στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο ή άλλο Μητρώο που τυχόν τηρεί το οικείο Επιμελητήριο.

δ. Τα δικαιώματα που εισπράττονται για την έκδοση κάθε μορφής πιστοποιητικών, αδειών ή άλλων εγγράφων, καθώς και τα δικαιώματα από τη διεξαγωγή διαιτησίας και τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης και δειγματοληψίας.

ε. Οι επιχορηγήσεις, οι ενισχύσεις κάθε μορφής, όπως αυτές που καταβάλλονται για την εκτέλεση κοινοτικών προγραμμάτων ή προγραμμάτων άλλων διεθνών οργανισμών, οι δωρεές, οι κληρονομιές και οι κληροδοσίες.

Τα Επιμελητήρια δεν επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό για λειτουργικές δαπάνες.

στ. Οι πρόσοδοι από την περιουσία τους ή από την άσκηση δραστηριότητας τους κάθε μορφής.

ζ. Κάθε άλλο νόμιμο έσοδο.

2. Συνδρομές: Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του οικείου Επιμελητηρίου καθορίζεται το ύψος των ετήσιων συνδρομών των μελών, καθώς και το ύψος των λοιπών δικαιωμάτων και τελών. Με απόφαση της διοικητικής επιτροπής του οικείου Επιμελητηρίου μπορεί να διακανονίζεται σε δόσεις η καταβολή των οφειλόμενων συνδρομών, βεβαιωμένων ή μη, από παρελθούσες χρήσεις.

3. Είσπραξη συνδρομών: Κάθε Επιμελητήριο μπορεί, με απόφαση της διοικητικής επιτροπής, να αναθέτει την είσπραξη των οφειλόμενων σε αυτό συνδρομών σε τρίτα πρόσωπα, φυσικά ή νομικά, με σύμβαση μίσθωσης έργου ή αμοιβή που καθορίζεται σε ποσοστό. Η είσπραξη των συνδρομών μπορεί να γίνει και μέσω πιστωτικών καρτών. Ο τρόπος και οι λεπτομέρειες καθορίζονται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου.

4. Παροχή υπηρεσιών: Τα Επιμελητήρια οφείλουν να μην παρέχουν τις υπηρεσίες τους στα μέλη τους, που δεν έχουν εκπληρώσει τις ταμειακές τους υποχρεώσεις. Το ίδιο ισχύει και για τους κληρονόμους των μελών τους και για κάθε τρίτο, που αποκτά δικαιώματα από μέλος του Επιμελητηρίου.

5. Οδοιπορικά έξοδα και ημερήσια αποζημίωση: Τα οδοιπορικά έξοδα και η ημερήσια αποζημίωση των μετακινούμενων μελών του διοικητικού συμβουλίου και της διοικούσας επιτροπής ή των μελών των Επιμελητηρίων καθορίζονται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του οικείου Επιμελητηρίου, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του οικείου Επιμελητηρίου καθορίζονται τα έξοδα παράστασης του προέδρου και των μελών της διοικητικής επιτροπής αυτού. Οι αμοιβές των μελών του διοικητικού συμβουλίου, των υπαλλήλων ή τρίτων, για τη συμμετοχή τους σε κάθε μορφής επιτροπές και ομάδες εργασίας, καθορίζονται με απόφαση της διοικητικής επιτροπής του οικείου Επιμελητηρίου. Οι αποφάσεις που προβλέπονται στα προηγούμενα εδάφια λαμβάνονται μέσα στο πλαίσιο του εγκεκριμένου προϋπολογισμού του οικείου Επιμελητηρίου. Κατ’ εξαίρεση στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου που έχουν μόνιμη κατοικία σε νησιωτικές περιοχές, εκτός της έδρας του Επιμελητηρίου, καταβάλλονται οδοιπορικά έξοδα για τις μετακινήσεις τους στην έδρα του Επιμελητηρίου, προκειμένου να συμμετέχουν στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου.

6.  Αποζημίωση, προκαταβολές και ειδικά επιδόματα: Στο μόνιμο προσωπικό των Επιμελητηρίων, που αποχωρεί από την υπηρεσία λόγω συνταξιοδότησης, καταβάλλεται αποζημίωση ίση με το σύνολο των τακτικών αποδοχών τριών (3) μηνών, εφόσον ο συνταξιοδοτούμενος έχει συμπληρώσει συνολική υπηρεσία δέκα (10) ετών σε Επιμελητήρια. Για κάθε πρόσθετη πενταετή υπηρεσία, στην οποία περιλαμβάνεται και η υπηρεσία που διανύθηκε στο Δημόσιο ή σε άλλο ν.π.δ.δ. καταβάλλεται επιπλέον ένας μηνιαίος μισθός. Ως πρόσθετη υπηρεσία του προηγούμενου εδαφίου, λογίζεται και η υπηρεσία που υπερβαίνει το ήμισυ της πενταετίας. Η αποζημίωση που προβλέπεται στα προηγούμενα εδάφια καταβάλλεται και σε όσους απολύονται λόγω κατάργησης θέσης ή πνευματικής ή σωματικής ανικανότητας και στην περίπτωση που δεν θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης. Αν αποβιώσει ο δικαιούχος, η αποζημίωση αυτή καταβάλλεται κατ’ ισομοιρία στον ή στη σύζυγο που επιζεί και στα τέκνα του μέχρι τη συμπλήρωση του εικοστού πέμπτου (25ου) έτους της ηλικίας τους και πέρα από το έτος αυτό, εφόσον είναι ανίκανα για εργασία λόγω αναπηρίας. Αν ελλείπουν τα πρόσωπα που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο, η αποζημίωση καταβάλλεται κατ’ ισομοιρία στους γονείς, εφόσον αυτοί αποτελούσαν προστατευόμενα μέλη του θανόντος. Στο προσωπικό των Επιμελητηρίων μπορεί να χορηγούνται, με απόφαση της οικείας διοικητικής επιτροπής, προκαταβολές μέχρι έξι μηνιαίων μισθών, οι οποίες αποδίδονται μέχρι και σε 36 ισόποσες μηνιαίες δόσεις, προσαυξημένες με επιτόκιο που ισχύει κάθε φορά για καταθέσεις ταμιευτηρίου. Στο πάσης φύσεως βοηθητικό προσωπικό, όπως οδηγοί, κλητήρες, φύλακες και καθαρίστριες, μπορεί να χορηγείται με απόφαση της διοικητικής επιτροπής κάθε χρόνο στολή υπηρεσίας. Αποσπάσεις υπαλλήλων των Επιμελητηρίων σε δημόσιες υπηρεσίες και ν.π.δ.δ. γίνονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου υπαλλήλου και σύμφωνη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου του οικείου Επιμελητηρίου.

7. Οικονομικές και άλλες διατάξεις: Το οικονομικό έτος αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου του ίδιου ημερολογιακού έτους. Ο προϋπολογισμός συντάσσεται από τη διοικητική επιτροπή κάθε Οκτώβριο, εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο και υποβάλλεται, για τελική έγκριση, στον Υπουργό Ανάπτυξης το Δεκέμβριο του ίδιου έτους. Κάθε Απρίλιο συντάσσεται από τη διοικητική επιτροπή ο απολογισμός και υποβάλλεται στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης εντός μηνός από την έγκριση του από το διοικητικό συμβούλιο. Παρόμοια διαδικασία ακολουθείται και για κάθε τροποποίηση του προϋπολογισμού.

8. Προμήθειες: Η σύναψη και εκτέλεση όλων των συμβάσεων προμηθειών αγαθών, υπηρεσιών και ανάθεσης εκτέλεσης εργασιών των Επιμελητηρίων διενεργούνται σύμφωνα με ενιαίο κανονισμό. Η διαδικασία πραγματοποίησης των δαπανών που συνεπάγεται η εκτέλεση των ανωτέρω συμβάσεων διέπεται από τις παραδεδεγμένες νομικές και οικονομικές αρχές, όπως της δημοσιότητας, της διασφάλισης του συμφέροντος του Επιμελητηρίου, της ταχείας ενέργειας και της ενίσχυσης του ανταγωνισμού. Ο ενιαίος κανονισμός θεσπίζεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης ύστερα από γνώμη της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων. Κατ’ εξαίρεση, για δαπάνες που προκαλούνται από την εκτέλεση των συμβάσεων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο ποσού κατώτερου των σαράντα χιλιάδων ευρώ δεν απαιτείται η διενέργεια δημόσιου διαγωνισμού. Το ανωτέρω ποσό μπορεί να αναπροσαρμόζεται, κάθε διετία, με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, όταν συντρέχουν αντικειμενικοί λόγοι και σε ποσοστό μέχρι 10% κάθε φορά.

9. Συνδρομή Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου: Το ύψος της ετήσιας συνδρομής των Επιμελητηρίων υπέρ της Ελληνικής Επιτροπής του Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, μετά από πρόταση της Κ.Ε.Ε..»

Αρθρο 24

1.  Η παράγραφος 1 του άρθρου 5 του ν. 2081/1992 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Συνιστάται νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων» (Κ.Ε.Ε.) με έδρα την Αθήνα. Η Κ.Ε.Ε. τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Ανάπτυξης και έχει ως μέλη της όλα τα Επιμελητήρια της χώρας. Σκοπός της Κ.Ε.Ε. είναι η εκπροσώπηση των Ελληνικών Επιμελητηρίων στο εξωτερικό, η μελέτη θεμάτων ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας και η παροχή προς τις δημόσιες αρχές γνωμοδοτήσεων για κάθε θέμα που είναι σχετικό με τους σκοπούς των Επιμελητηρίων. Μέλη της Κ.Ε.Ε., χωρίς δικαίωμα ψήφου, μπορεί να είναι, με απόφαση αυτής, και τα Ελληνόφωνα Επιμελητήρια της χώρας, ύστερα από σχετική αίτηση τους. Οι αρμοδιότητες που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 2 ασκούνται κατ’ αναλογία και από την Κ.Ε.Ε. σε πανελλήνιο επίπεδο.»

2.  Η παράγραφος 3 του άρθρου 5 του ν. 2081/1992 αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Η γενική συνέλευση της Κ.Ε.Ε. αποτελείται από τον πρόεδρο κάθε Επιμελητηρίου ή τον νόμιμο αναπληρωτή του και από ένα μέλος του διοικητικού του συμβουλίου ή τον νόμιμο αναπληρωτή του, που υποδεικνύεται από αυτό. Η γενική συνέλευση συνεδριάζει νόμιμα, εφόσον είναι παρόντα τα μισά πλέον ενός του συνόλου των μελών της, ή σε επαναληπτική συνεδρίαση, εφόσον είναι παρόν το ένα τρίτο των μελών. Η γενική συνέλευση συνεδριάζει στην έδρα της ή σε άλλον τόπο και συνέρχεται το πρώτο και τελευταίο τετράμηνο κάθε έτους και εκτάκτως, όταν συγκαλείται με απόφαση της διοικητικής επιτροπής κατά την κρίση αυτής και του προέδρου της Κ.Ε.Ε.. Η γενική συνέλευση εγκρίνει τον απολογισμό, τα πεπραγμένα και τον προϋπολογισμό της Κ.Ε.Ε..»

3.  Η παράγραφος 4 του άρθρου 5 του ν. 2081/1992 αντικαθίσταται ως εξής:

«4. Η διοικητική επιτροπή: Η διοικητική επιτροπή αποτελείται από τον πρόεδρο και οκτώ μέλη, τα οποία πρέπει να είναι εν ενεργεία πρόεδροι Επιμελητηρίων και εκλέγονται από τη γενική συνέλευση που συνέρχεται το πρώτο τρίμηνο κάθε τέταρτου έτους. Τα μέλη της διοικητικής επιτροπής εκλέγουν, μεταξύ των μελών της, τους Α’, Β’, Γ’, Δ’ και Ε’ αντιπροέδρους, που προέρχονται ανά ένας, αντίστοιχα, από τα αμιγή βιοτεχνικά, επαγγελματικά, από τα εμποροβιομηχανικά, από τα μεικτά Επιμελητήρια και περιφερειακά Επιμελητήρια, τον οικονομικό επόπτη, τον γενικό γραμματέα και ένα μέλος της που προέρχεται από Επιμελητήριο της περιφέρειας. Εάν δεν υπάρχει εκλόγιμος υποψήφιος προερχόμενος από οποιοδήποτε από τα ανωτέρω Επιμελητήρια, ως αντιπρόεδρος εκλέγεται μέλος προερχόμενο από τα υπόλοιπα Επιμελητήρια. Τα μέλη της διοικητικής επιτροπής έχουν θητεία ίση με τη θητεία των οργάνων του Επιμελητηρίου. Η διοικητική επιτροπή συνεδριάζει νόμιμα με την παρουσία πέντε μελών της, συνέρχεται μία φορά κάθε μήνα ή και νωρίτερα, κατά την κρίση του προέδρου της, και αποφασίζει για κάθε θέμα για το οποίο έχει εξουσιοδοτηθεί από τη γενική συνέλευση ή όταν υπάρχει ανάγκη λήψης άμεσης απόφασης, μέσα στα πλαίσια των σκοπών της Κ.Ε.Ε.. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης, μετά από γνώμη της Κ.Ε.Ε., ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν τη διαδικασία εκλογής των μελών της διοικητικής επιτροπής της Κ.Ε.Ε., το εκλογικό σύστημα, την υποβολή υποψηφιοτήτων, την υποβολή ενστάσεων και την επίλυση τους, την εκλογή των αντιπροέδρων, του οικονομικού επόπτη και του αναπληρωτή του, του γενικού γραμματέα και του αναπληρωτή αυτού, τη συγκρότηση της εκλογικής επιτροπής και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»

4. Η παράγραφος 6 του άρθρου 5 του ν. 2081/1992 αντικαθίσταται ως εξής:

«6. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης, καθορίζονται τα θέματα της λειτουργίας των οργάνων διοίκησης της Κ.Ε.Ε.. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, μετά από πρόταση της Γενικής Συνέλευσης της Κ.Ε.Ε., καθορίζεται το ποσοστό επί των συνδρομών των Επιμελητηρίων, το οποίο περιέρχεται στην Κ.Ε.Ε.. Από τον πόρο αυτόν η Κ.Ε.Ε. μπορεί να επιχορηγεί τα αναγνωρισμένα Ελληνικά Επιμελητήρια στην αλλοδαπή. Το ύψος της επιχορήγησης καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης. Εφόσον στις διατάξεις του άρθρου αυτού δεν ορίζεται διαφορετικά, οι διατάξεις του παρόντος νόμου για τα Επιμελητήρια εφαρμόζονται αναλογικά και για την Κ.Ε.Ε.. Οι προϋπολογισμοί των Επιμελητηρίων, εκτός από το τμήμα αυτών που αφορά τη μισθοδοσία των υπαλλήλων τους, δεν εγκρίνονται, αν αυτά δεν προσκομίσουν απόδειξη από τράπεζα, με την οποία να αποδεικνύεται η κατάθεση του ποσού που αντιστοιχεί στο ανωτέρω ποσοστό για την προηγούμενη κλεισμένη οικονομική χρήση.»

Αρθρο 25

1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 6 του ν. 2081/1992 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης, επιτρέπεται να ιδρύονται, να λειτουργούν και να καταργούνται στην Ελλάδα με τον όρο της αμοιβαιότητας, αμιγή αλλοδαπά Επιμελητήρια, εφόσον συμμετέχουν σε αυτά είκοσι τουλάχιστον αλλοδαποί, υπήκοοι της ενδιαφερόμενης χώρας ή χωρών, που είναι εγκατεστημένοι επαγγελματικά στην Ελλάδα, δύο τουλάχιστον χρόνια πριν από την ίδρυση του Επιμελητηρίου και έχουν την εμπορική ιδιότητα.»

3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 6 του ν. 2081/1992 αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Χρήση όρου «Επιμελητήριο»: Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης, επιτρέπεται η χρήση της λέξης «Επιμελητήριο» ή η απαγόρευση της συνέχισης της χρήσης αυτής από σωματεία Ελλήνων και αλλοδαπών, αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες και ενώσεις προσώπων, που αποβλέπουν στην ανάπτυξη των εμπορικών συναλλαγών των χωρών των μελών τους. Κάθε άλλη χρήση της λέξης «Επιμελητήριο» απαγορεύεται απολύτως.»

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ

ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Αρθρο 26

Τροποποιήσεις διατάξεων

1. α) Στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ν. 2323/1995, όπως ισχύει, η φράση «εμποροπανηγύρεων ή χριστουγεννιάτικων αγορών» αντικαθίσταται από τη φράση «Κυριακάτικων Αγορών».

β) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 7 του ν. 2323/1995, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

«Με απόφαση του οικείου νομαρχιακού συμβουλίου κάθε Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, εκτός των Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη της οικείας επιτροπής η οποία συγκροτείται κατά την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού, καθορίζεται ο αριθμός των προς διάθεση αδειών, ανάλογα με τον αριθμό των αδειών που έχουν προηγουμένως διαγραφεί και τις πραγματικές ανάγκες των λαϊκών αγορών κάθε Ν.Α..»

γ) Στην παράγραφο 12 του άρθρου 7 του ν. 2323/1995, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ο αριθμός «7» που περιέχεται στη φράση «που αναφέρονται στην παράγραφο 7» από τον αριθμό «6».

δ) Στο άρθρο 7α του ν. 2323/1995 προστίθεται νέα παράγραφος 6, ως εξής:

«6. Αν κατά τον έλεγχο που διενεργούν τα Κλιμάκια Ελέγχου Λαϊκών Αγορών και Υπαιθρίου Εμπορίου διαπιστώνεται ότι, με την Πράξη Βεβαίωσης Παράβασης, επιβλήθηκαν χρηματικά πρόστιμα καθ’ υπέρβαση αρμοδιότητας ή δεν αξιολογήθηκαν προηγουμένως στοιχεία και έγγραφα του ελεγχομένου τα οποία κρίνονται επαρκή για τη διαπίστωση της μη τέλεσης παράβασης, ο ελεγχόμενος μπορεί, με αίτηση του προς την αρμόδια Τριμελή Επιτροπή που ορίζεται με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, να ζητήσει τον επανέλεγχο της υπόθεσης του και τη μη βεβαίωση του προστίμου από την αρμόδια Δ.Ο.Υ.. Η ανωτέρω αίτηση υποβάλλεται το αργότερο εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση της Πράξης Βεβαίωσης Παράβασης ενώπιον της ανωτέρω Επιτροπής. Στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης και σε κάθε Περιφέρεια της χώρας συγκροτούνται, με αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης και των Γενικών Γραμματέων των οικείων Περιφερειών, αντίστοιχα, Τριμελείς Επιτροπές, οι οποίες αποτελούνται από υπαλλήλους με βαθμό Α’ των ανωτέρω υπηρεσιών. Οι Επιτροπές αυτές αποφαίνονται επί των υποβαλλόμενων αιτήσεων το αργότερο εντός δέκα (10) ημερών από την υποβολή τους.»

ε) Στο τέλος της υποπερίπτωσης α’ της περίπτωσης α’ του άρθρου 7β του ν. 2323/1995, όπως ισχύει, προστίθεται νέα περίοδος ως εξής:

«Στον ίδιο ειδικό κωδικό μπορεί να μεταφέρονται κονδύλια και από άλλους κωδικούς της ανωτέρω Γενικής Γραμματείας για την αμοιβή των μελών των Κλιμακίων Ελέγχου Λαϊκών Αγορών και Υπαιθρίου Εμπορίου Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς.»

στ) Από την περίπτωση β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ν. 2323/1995, όπως ισχύει, διαγράφεται η λέξη «Λήμνος».

2. Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 του ν. 489/1976 (ΦΕΚ 331 Α’), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Η κατά τα προηγούμενα άρθρα ασφάλιση συνάπτεται από ασφαλιστές οι οποίοι ασκούν νόμιμα στην Ελλάδα επιχείρηση ασφάλισης ευθύνης από αυτοκίνητα.»

3. Στο τρίτο εδάφιο του άρθρου 11 του π.δ. 23/2005 (ΦΕΚ 31 Α’) και μετά τη φράση «στις παραγράφους 2 και 3» αντικαθίσταται η φράση «του παρόντος άρθρου» από τη φράση «του άρθρου 17β».

4. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 8 του ν. 703/1977 (ΦΕΚ 278 Α’), όπως ισχύει, αντικαθίσταται αναδρομικά από 2.8.2005, ως εξής:

«Οι αποδοχές του Προέδρου, ο αριθμός των συνεδριάσεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού, το ύψος της αποζημίωσης κατά συνεδρίαση που χορηγείται στον Πρόεδρο και στα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, σε αυτούς που εκτελούν χρέη εισηγητή των υποθέσεων, καθώς και στους βοηθούς τους, στον γραμματέα της Επιτροπής Ανταγωνισμού και στους αναπληρωτές τους, καθορίζονται κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης.»

5. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 8 του ν. 703/1977, όπως ισχύει, αντικαθίσταται αναδρομικά από 2.8.2005, ως εξής:

«Κατά τη διάρκεια της θητείας τους, τα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού και οι αναπληρωτές τους δεν ασκούν οποιοδήποτε έμμισθο ή άμισθο δημόσιο λειτούργημα ή κάθε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα επιχειρηματική ή μη, που δεν συμβιβάζονται με την ιδιότητα και τα καθήκοντα του μέλους της Επιτροπής Ανταγωνισμού, εκτός από τα καθήκοντα μέλους διδακτικού προσωπικού A.E.I, με καθεστώς πλήρους ή μερικής απασχόλησης.»

6. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 6 του ν. 3190/2003, μετά τη φράση ««Οργανισμός του Ταμείου Λαϊκών Αγορών»» προστίθεται η φράση «και υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής στο Τμήμα Μηχανογράφησης».

7. Στο τέλος του άρθρου 2 του ν. 2741/1999 (ΦΕΚ 199 Α’) προστίθεται παράγραφος 19, ως εξής:

«19. Στον Ε.Φ.Ε.Τ. συνιστάται θέση αναπληρωτή γενικού διευθυντή με θητεία που συμπίπτει με αυτή του γενικού διευθυντή και ανανεώνεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 16. Ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής ορίζεται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Ε.Φ.Ε.Τ., μετά από εισήγηση του γενικού διευθυντή αυτού, επιλεγόμενος από το μόνιμο ή με απόσπαση προσωπικό του Ε.Φ.Ε.Τ.. Για την κάλυψη της θέσης του αναπληρωτή γενικού διευθυντή απαιτούνται τα προσόντα που ορίζονται για την επιλογή του γενικού διευθυντή. Ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής αναπληρώνει τον γενικό διευθυντή του Ε.Φ.Ε.Τ. όταν αυτός κωλύεται, ελλείπει ή είναι απών και ασκεί τις αρμοδιότητες αυτού ή όσες αρμοδιότητες μεταβιβασθούν σε αυτόν από τον γενικό διευθυντή. Οι αποδοχές του αναπληρωτή γενικού διευθυντή του Ε.Φ.Ε.Τ. καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης.»

8. Οι παράγραφοι 1,2 και 4 του άρθρου 5 του ν. 3297/ 2004 (ΦΕΚ 259 Α’) αντικαθίστανται, αντιστοίχως, ως εξής:

«1. Συνιστώνται δεκαπέντε (15) θέσεις ειδικών επιστημόνων και πέντε (5) θέσεις βοηθών ειδικών επιστημόνων, με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, δέκα (10) τακτικού προσωπικού, κατηγορίας ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού για τη διοικητική υποστήριξη της Αρχής, τρεις (3) θέσεις ΔΕ Διοικητικού – Οικονομικού για τη διοικητική υποστήριξη της Γραμματείας της Αρχής, μία (1) θέση ΥΕ κλητήρα και μια (1) θέση ΔΕ οδηγού.

2. Για τα προσόντα και τη διαδικασία διορισμού των ειδικών επιστημόνων και των βοηθών ειδικών επιστημόνων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 4 του ν. 3051/2002 (ΦΕΚ 220 Α’).

4. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του ν. 3051/2002 (ΦΕΚ 220 Α’), οι αποδοχές των ειδικών επιστημόνων και των βοηθών ειδικών επιστημόνων καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Συνηγόρου του Καταναλωτή.»

9.  Η εκτέλεση του προϋπολογισμού του Συνηγόρου του Καταναλωτή εξακολουθεί να διενεργείται μέχρι το τέλος του έτους 2006 από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Ανάπτυξης. Η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου μπορεί να παρατείνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Συνηγόρου του Καταναλωτή. Ο έλεγχος, η εκκαθάριση και η ενταλματοποίηση των δαπανών εξακολουθεί να γίνεται από την οικεία Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού του Συνηγόρου του Καταναλωτή.

10. Στην πρώτη περίοδο της παραγράφου 2 του άρθρου 29 του ν. 3377/2005 (ΦΕΚ 202 Α’) η φράση «του άρθρου 9» αντικαθίσταται από τη φράση «του άρθρου 10». Στην παράγραφο 5 το άρθρου 29 του ίδιου νόμου, η φράση «της παραγράφου 5 του άρθρου 14» αντικαθίσταται από τη φράση «της παραγράφου 5 του άρθρου 16».

11.  Η παράγραφος 18 του άρθρου 8 του ν.703/1977, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

«18. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, μετά από πρόταση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, καθορίζεται το ύψος των δαπανών μετακίνησης, ημερήσιας αποζημίωσης και διανυκτέρευσης του προέδρου και των μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού, καθώς και του προσωπικού της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, για εκτέλεση υπηρεσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26.»

Αρθρο 27

Η περίπτωση δ’ της παραγράφου 5 του άρθρου 6 του ν. 3054/2002 (ΦΕΚ 230 Α’) αντικαθίσταται, ως εξής:

«δ. Ειδικά για την Αδεια Εμπορίας υγραερίων: Ο κάτοχος της άδειας αυτής, εφόσον εμπορεύεται υγραέριο σε φιάλες, οφείλει να διαθέτει τουλάχιστον 30.000 επαναπληρούμενες φιάλες υγραερίου οι οποίες φέρουν, με ανεξίτηλο τρόπο, την επωνυμία και τα σήματα του κατόχου της Αδειας Εμπορίας υγραερίων που τις διακινεί.»

Αρθρο 28

Το άρθρο 22 του ν. 3054/2002 (ΦΕΚ 230 Α’) επαναδιατυπώνεται ως εξής:

«1. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και Μεταφορών και Επικοινωνιών, ρυθμίζεται το γενικό πλαίσιο του ωραρίου της ημερήσιας και νυκτερινής λειτουργίας όλων των πρατηρίων υγρών καυσίμων, ανεξάρτητα από το χώρο στον οποίο βρίσκονται (υπαίθριο ή ημιυπαίθριο χώρο ή στεγασμένο χώρο στάθμευσης και εξυπηρέτησης αυτοκινήτων) οι εγκαταστάσεις τους.

2. Η λειτουργία των πρατηρίων που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο είναι ελεύθερη καθ’ όλη τη διάρκεια του ωραρίου της ημερήσιας λειτουργίας, κατά τις εργάσιμες ημέρες.

3. Με απόφαση του κατά τόπο αρμόδιου Νομάρχη καθορίζονται:

α) Τα πρατήρια υγρών καυσίμων, τα οποία λειτουργούν εκ περιτροπής, κατά τις εργάσιμες ημέρες, υποχρεωτικώς, για όσο χρόνο ορίζεται στη σχετική απόφαση, εντός του γενικού πλαισίου του ωραρίου της νυκτερινής λειτουργίας που καθορίζεται κατά την παράγραφο 1.

Τα ανωτέρω πρατήρια δεν μπορεί να αντιστοιχούν σε ποσοστό μικρότερο του 10% και μεγαλύτερο του 20% του συνόλου των πρατηρίων του οικείου νομού.

β) Τα πρατήρια υγρών καυσίμων, τα οποία λειτουργούν υποχρεωτικώς, εκ περιτροπής, κατά τις Κυριακές και αργίες, για όσο χρόνο ορίζεται στη σχετική απόφαση, εντός του γενικού πλαισίου του ωραρίου της ημερήσιας λειτουργίας που καθορίζεται κατά την παράγραφο 1.

Τα ανωτέρω πρατήρια δεν μπορεί να αντιστοιχούν σε ποσοστό μικρότερο του 25% και μεγαλύτερο του 50% του συνόλου των πρατηρίων του οικείου νομού.

γ) Τα πρατήρια υγρών καυσίμων, τα οποία λειτουργούν υποχρεωτικώς, εκ περιτροπής, κατά τις Κυριακές και αργίες, για όσο χρόνο ορίζεται στη σχετική απόφαση, εντός του γενικού πλαισίου του ωραρίου της νυκτερινής λειτουργίας που καθορίζεται κατά την παράγραφο 1. Τα ανωτέρω πρατήρια δεν μπορεί να αντιστοιχούν σε ποσοστό μικρότερο του 25% και μεγαλύτερο του 50% του συνόλου των πρατηρίων του οικείου νομού.

Η διάρκεια λειτουργίας των πρατηρίων υγρών καυσίμων, όπως καθορίζεται στις περιπτώσεις α’ και γ’, δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δύο (2) ωρών από τη λήξη του ωραρίου της ημερήσιας λειτουργίας.

4. Τα πρατήρια υγρών καυσίμων που αναφέρονται στην περίπτωση α’ της προηγούμενης παραγράφου, καθορίζονται σύμφωνα με πίνακες που καταρτίζονται από τις κατά τόπους αρμόδιες Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, δύο (2) φορές το χρόνο και ένα (1) μήνα πριν από την έναρξη της θερινής και χειμερινής περιόδου, αντίστοιχα, μετά από γνώμη των οικείων αντιπροσωπευτικών ενώσεων βενζινοπωλών ή, αν αυτές ελλείπουν, της Ομοσπονδίας Βενζινοπωλών Ελλάδος.

Τα πρατήρια υγρών καυσίμων που αναφέρονται στις περιπτώσεις β’ και γ’ της παραγράφου 3, καθορίζονται μετά από γνώμη της οικείας αντιπροσωπευτικής ένωσης βενζινοπωλών ή, αν αυτή ελλείπει, της Ομοσπονδίας Βενζινοπωλών Ελλάδος.

Η γνώμη που αναφέρεται στα προηγούμενα εδάφια υποβάλλεται στον αρμόδιο Νομάρχη δεκαπέντε (15) ημέρες από την υποβολή εκ μέρους του σχετικής πρόσκλησης. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, ο Νομάρχης προβαίνει στην έκδοση των σχετικών αποφάσεων χωρίς τη γνώμη των ανωτέρω φορέων.

5. Τα πρατήρια υγρών καυσίμων που βρίσκονται στους αυτοκινητόδρομους, όπως αυτοί ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του ν. 2696/1999 (ΦΕΚ 57 Α’), καθώς και τα πρατήρια που βρίσκονται σε όλα τα νησιά της χώρας, εκτός από την Εύβοια, την Κρήτη, την Κω, τη Ρόδο, την Κέρκυρα, τη Λέσβο, τη Σάμο, τη Χίο και τη Σαλαμίνα, μπορούν να λειτουργούν ελεύθερα, καθ’ όλες τις ημέρες, εργάσιμες, Κυριακές και αργίες, χωρίς τους περιορισμούς των ωραρίων ημερήσιας και νυκτερινής λειτουργίας.

Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται αποκλειστικά και: α) για τη διάθεση υγραερίου από πρατήρια πώλησης υγραερίου, μικτά ή αμιγή, κατά την έννοια των διατάξεων του π.δ. 595/1984 (ΦΕΚ 218 Α’), όπως ισχύει, μόνο για την κίνηση οδικών οχημάτων και β) για τα πρατήρια υγρών καυσίμων που λειτουργούν στις μαρίνες, μόνο για τον ανεφοδιασμό αλιευτικών, τουριστικών και σκαφών αναψυχής και στους χώρους αερολιμένων, μόνο για τον ανεφοδιασμό των αεροσκαφών.

6. Απαγορεύεται η λειτουργία πρατηρίων υγρών καυσίμων, των οποίων η λειτουργία δεν προβλέπεται από τις αποφάσεις των οικείων Νομαρχών, που εκδίδονται κατά τις διατάξεις της παραγράφου 3. Τα πρατήρια αυτά παραμένουν υποχρεωτικά κλειστά.

7. Όποιος παραβαίνει τις διατάξεις της κοινής υπουργικής απόφασης που προβλέπεται στην παράγραφο 1 και τις αποφάσεις των Νομαρχών που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 3, υπόκειται στις κυρώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 23 του ν. 2224/1994 (ΦΕΚ 112 Α’), καθώς και στις κυρώσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 17 του παρόντος νόμου.»

Αρθρο 29

Η υποπαράγραφος Γ’ της παρ. 4 του άρθρου 18 του ν. 2190/1994, όπως ισχύει, αναδιατυπώνεται ως εξής:

«Γ. Ειδικώς για την Δ.Ε.Η. και για τις θέσεις διοικητικού ή μη προσωπικού όλων των κατηγοριών, των λιγνιτωρυχείων, των σταθμών παραγωγής (ΑΗΣ και ΥΗΣ) και των αυτόνομων και τοπικών σταθμών παραγωγής (ΑΣΠ και ΤΣΠ) των νησιών, προτάσσονται κατά κατηγορία θέσεων οι υποψήφιοι που είναι μόνιμοι κάτοικοι του αντίστοιχου δήμου ή κοινότητας, στην περιοχή του οποίου είναι εγκατεστημένος ο σταθμός παραγωγής ή το λιγνιτωρυχείο και, αν δεν υπάρχουν τέτοιοι υποψήφιοι, οι υποψήφιοι που είναι μόνιμοι κάτοικοι των λοιπών δήμων ή κοινοτήτων του οικείου νομού, εφόσον δηλώσουν ότι δέχονται να υπηρετήσουν σε αυτές επί δεκαετία τουλάχιστον κατά τη διάρκεια της οποίας αποκλείεται οποιαδήποτε μετάθεση ή μετάταξη ή απόσπαση.»

ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ

Αρθρο 30

Μεταβατικές και τελικές διατάξεις

Α. 1. Με την έναρξη της τήρησης του Γ.Ε.ΜΗ. και από το χρόνο που αυτό καταστεί προσβάσιμο σύμφωνα με το άρθρο 18, οι καταχωρήσεις στο Γ.Ε.ΜΗ. υπερισχύουν κάθε άλλης αποκλίνουσας καταχώρησης στα Βιβλία Προσωπικών Εταιριών, Μητρώα Εταιριών Περιορισμένης Ευθύνης, στο Κεντρικό, στα ειδικά και στα νομαρχιακά Μητρώα Ανωνύμων Εταιριών και στα Μητρώα Επωνυμιών και Μελών του οικείου Επιμελητηρίου.

2. Για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού, ως έγγραφο νοείται και το έγγραφο που παράγεται με ηλεκτρονικό, μαγνητικό ή άλλον τρόπο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση γ’ του άρθρου 13 του Ποινικού Κώδικα.

Β. 1. Μέχρι την έναρξη ισχύος των προεδρικών διαταγμάτων, των υπουργικών αποφάσεων και των κανονισμών, που προβλέπονται στις διατάξεις του δεύτερου μέρους του νόμου αυτού, εξακολουθούν να ισχύουν τα προεδρικά διατάγματα, οι υπουργικές αποφάσεις και οι κανονισμοί που εκδόθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2081/1992, εφόσον δεν είναι αντίθετες στις διατάξεις του νόμου αυτού.

2. Αν, κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού λειτουργούν αυτοτελή εμποροβιομηχανικά, βιοτεχνικά και επαγγελματικά Επιμελητήρια, αυτά εξακολουθούν να λειτουργούν νόμιμα.

3. Ο διαχωρισμός ή η συνένωση Τμημάτων, τα οποία δεν πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ν. 2081/1992, όπως ισχύει, γίνεται μέσα σε έξι (6) μήνες από την ολοκλήρωση της πρώτης εκλογικής διαδικασίας από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.

4. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης ρυθμίζεται η καταβολή των ποσών που προβλέπονται στην περίπτωση α’ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 2081/1992, οι οποίες δεν έχουν καταβληθεί μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζεται και ο χρόνος καταβολής και οι δόσεις των ανωτέρω ποσών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

5. Οι πρώτες εκλογές για την ανάδειξη των οργάνων διοίκησης των Επιμελητηρίων, μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, θα διεξαχθούν το πρώτο δεκαπενθήμερο του μηνός Ιουνίου 2006. Η θητεία των οργάνων διοίκησης των Επιμελητηρίων, που λειτουργούν κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, παρατείνεται μέχρι το χρόνο που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο. Οι εκλογικές επιτροπές που έχουν συγκροτηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2081/1992 για την ανάδειξη οργάνων διοίκησης των Επιμελητηρίων διατηρούνται και παραμένουν αρμόδιες για την ανάδειξη των οργάνων διοίκησης των Επιμελητηρίων κατά τις εκλογές που θα διεξαχθούν, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου αυτής.

Οι πρώτες εκλογές για την ανάδειξη οργάνων διοίκησης της Κ.Ε.Ε., μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, θα διεξαχθούν το πρώτο δεκαπενθήμερο του μηνός Δεκεμβρίου 2006. Η θητεία των οργάνων διοίκησης της Κ.Ε.Ε. που λειτουργούν κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού παρατείνεται μέχρι το χρόνο που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο.

Οι πρώτες εκλογές για την ανάδειξη νέου διοικητικού συμβουλίου της Εθνικής Επιτροπής του Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου, μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, θα διεξαχθούν τέσσερις (4) μήνες μετά από την εκλογή των νέων οργάνων διοίκησης των Επιμελητηρίων, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο. Η θητεία του διοικητικού συμβουλίου της Εθνικής Επιτροπής του Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου, που λειτουργεί κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, παρατείνεται μέχρι το χρόνο που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο.

Οι εκλογές που θα διεξαχθούν κατά τα προηγούμενα εδάφια θα διενεργηθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού.

Αρθρο 31

Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 14 του ν. 1730/1987 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Το ύψος του ορίζεται στο ποσό των 4,24 ευρώ μηνιαίως ανά μετρητή κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος, υπολογίζεται από πρώτης διαδρομής καταμέτρησης της κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος μετρητών Δ.Ε.Η. και εισπράττεται μέσω των λογαριασμών της Δ.Ε.Η., η οποία παρακρατεί προμήθεια 0,5 % για την είσπραξη και απόδοση αυτή. Δεν επιβάλλεται ανταποδοτικό τέλος (εισφορά) για τους μετρητές, από τους οποίους ηλεκτροδοτούνται οι κοινόχρηστοι χώροι των πολυκατοικιών, ανεξάρτητα από τη χρήση τους.».

Αρθρο 32

Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 15 του ν. 1514/1985 (ΦΕΚ 13 Α’), όπως αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 1 του άρθρου 12 του ν. 2919/2001 (ΦΕΚ 128 Α’), προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Οι προσωποπαγείς θέσεις ερευνητών σε ερευνητικά κέντρα, ινστιτούτα τους και αυτοτελή ερευνητικά ινστιτούτα, οι οποίες έχουν καταληφθεί από πρόσωπα που διορίσθηκαν σε θέσεις Διευθυντών ή μελών του Διοικητικού Συμβουλίου των κέντρων και ινστιτούτων αυτών, καταργούνται, αυτοδικαίως, εφόσον τα πρόσωπα αυτά είναι συνταξιούχοι ή έχουν θεμελιώσει δικαίωμα συνταξιοδότησης από οποιονδήποτε φορέα.»

Αρθρο 33

Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται οι διατάξεις:

α) του άρθρου 11 του ν. 3485/1955 (ΦΕΚ 353 Α’), όπως ισχύει,

β) του άρθρου 22 του ν.δ. 3717/1957 (ΦΕΚ 131 Α’),

γ) της υπ’ αριθμ. 3833/17.1.1956 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Βιομηχανίας και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.

Αρθρο 34

Στην Γενική Γραμματεία Ερευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Ανάπτυξης, που συστάθηκε με το π.δ. 248/ 1989 (ΦΕΚ 116 Α’), όπως ισχύει, συνιστώνται Γενική Διεύθυνση και αντίστοιχη θέση Γενικού Διευθυντή. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, καθορίζονται η διάρθρωση της Γενικής Διεύθυνσης σε Διευθύνσεις, Τμήματα και Γραφεία, οι αρμοδιότητες της Γενικής Διεύθυνσης, ο αριθμός, των οργανικών θέσεων αυτής, κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, χωρίς αύξηση του συνολικού αριθμού των οργανικών θέσεων της Γ.ΓΕ.Τ., ο τρόπος στελέχωσης της και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Με το ίδιο διάταγμα καθορίζονται και οι αρμοδιότητες του Γενικού Διευθυντή.
 

Αρθρο 35

1. Αναστέλλεται η ένταξη στο Υπουργείο Τουριστικής Ανάπτυξης των Γραφείων Εξωτερικού του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.), που προβλέπεται στην παράγραφο 7 του άρθρου 1 του ν. 3270/2004 (ΦΕΚ 187 Α’) αναδρομικά από 11.10.2004 έως 31.12.2006. Επίσης αναστέλλεται μέχρι 31.12.2006 η δραστηριότητα της Διευθύνσεως Υπηρεσιών Εξωτερικού του Υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης, που προβλέπεται στο άρθρο 9 του π.δ. 149/2005 (ΦΕΚ 212 Α’), στο αντικείμενο που αφορά τη διοίκηση, στελέχωση και λειτουργία των Γραφείων Εξωτερικού. Κατά τη διάρκεια της αναστολής οι αρμοδιότητες αυτές θα ασκούνται από τον Ε.Ο.Τ. με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26 και 27 του π.δ. 149/2005, διατηρούμενης της Διευθύνσεως Υπηρεσιών Εξωτερικού του Ε.Ο.Τ. (άρθρο 11 του π.δ. 343/2001, ΦΕΚ 231 Α’) μέχρι 31.12.2006.

2. Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού καταργείται το άρθρο 3 του π.δ. 343/2001 (ΦΕΚ 231 Α’).

Αρθρο 36

Καταργούμενες διατάξεις

Α. Από την έναρξη της ισχύος του πρώτου μέρους του νόμου αυτού καταργούνται:

α. Η υπ’ αριθμ. Κ3-4114 της 22.12.1986 του Υπουργού Εμπορίου, όπως τροποποιήθηκε από την υπ’ αριθμ. Κ2-7521 της 23.9.1993 απόφαση του ιδίου.

β. Η κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης υπ’ αριθμ. Κ2-10200/2002.

γ. Οι διατάξεις των άρθρων 43, 44, 45 και 46 του Εμπορικού Νόμου.

δ. Κάθε άλλη διάταξη που είναι αντίθετη με το περιεχόμενο των διατάξεων του νόμου αυτού ή αναφέρεται σε θέματα που ρυθμίζονται από τις διατάξεις του.

Β. Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται:

α) Η παράγραφος 5 του άρθρου 4 του ν. 2081/1992.

β) Οι παράγραφοι 2, 4 και 5 του άρθρου 7 του ν. 2081/1992.

γ) Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του ν. 802/1978 (ΦΕΚ 121 Α’), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 14 του ν. 3377/2005.

Αρθρο 37

Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του.

Παραγγέλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.

No Responses to “Νόμος 341/2005 – Εκλογικός Νομός Επιμελητηρίων”

Στείλτε Ένα Σχόλιο

Τελευταία Νέα Blog Twitter
Coordinators Group

Η νέα εποχή στην εκπαίδευση. Η εκπαιδευτική δύναμη στην ασφαλιστική βιομηχανία. Εκπαιδευτείτε από όπου και αν βρίσκεστε με το COORDINATORS MQI E-LEARNING SYSTEM.

Επικοινωνήστε μαζί μας

Γενικές Πληροφορίες: coord@otenet.gr

  • 4